Ὁ Ἰησοῦς Χριστός λέει: «Παντί τῷ αἰτούντί σοι δίδου». Αὐτό σημαίνει πώς πρέπει νά εὐεργετούμε καί νά ἐλεούμε ὅλους, χωρίς νά διακρίνουμε τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν κατάστασή τους, τό κοινωνικό παρελθόν τους ἤ τή θρησκεία τους. Πρέπει νά δίνουμε τήν ἐλεημοσύνη μας στόν καθένα πού τήν ἔχει πραγματικά ἀνάγκη. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέει πώς πρέπει νά εἴμαστε σπλαχνικοί πρός τούς φτωχούς καί ἐκείνους πού εἶναι δυστυχισμένοι ἀπό ὁποιαδήποτε αἰτία. Σάν ἄνθρωποι πρέπει νά δίνουμε τήν ἐλεημοσύνη μας στούς ἄλλους ἀνθρώπους, ὅποια κι ἄν εἶναι ἡ αἰτία πού τούς κάνει νά ζητιανεύουν, εἴτε εἶναι χῆρες καί ὀρφανά, εἴτε ἐξορίστηκαν ἀπό τήν πατρίδα τους, εἴτε ὑποφέρουν ἀπό τήν αὐταρχικότητα τῶν κυβερνώντων, εἴτε ἀπό τή σκληρότητα των προϊσταμένων, εἴτε ἀπό τήν ἀπανθρωπιά τῶν φοροεισπρακτόρων, εἴτε ἀπό τήν ἀπληστία τῶν ἐχθρῶν, εἴτε ἀπό τήν ἁρπαγή τῆς περιουσίας τους, εἴτε ἀπό τήν ἀπώλεια πού εἶχαν λόγω ναυαγίου. Ὅλοι τους ἔχουν δικαίωμα καί μερίδιο στή συμπάθειά μας. Κοιτάζουν μέ προσμονή τά χέρια σου, ὅπως κοιτάζουμε ὅλοι μας τά χέρια τοῦ Θεοῦ ὅταν ζητᾶμε κάτι.

Πρέπει νά βοηθᾶμε τούς ἀνθρώπους ὄχι ἀπό ματαιοδοξία ἤ ἀπό ἔπαρση κι ἀλαζονεία, ὄχι ἀπό τήν ἐπιθυμία μας νά μᾶς εὐχαριστοῦν καί νά μᾶς εὐγνωμονοῦν οἱ εὐεργετούμενοι ἤ γιά νά λάβουμε ἀνταπόδοση, ἀλλά μέ ἀνιδιοτέλεια, γιά νά εὐχαριστήσουμε τό Θεό, ἀλλά κι ἀπό ἀγάπη γιά τόν πλησίον μας. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γράφει πώς ἡ ἐλεημοσύνη πού μολύνθηκε ἀπό τήν ἁρρώστια τῆς ματαιοδοξίας δέν εἶναι πιά ἐλεημοσύνη, ἀλλά κομπασμός καί σκληροκαρδία. Γιατί ὅταν δίνεις μέ ὑπερηφάνεια εἶναι σά νά διασύρεις δημόσια τόν ἀδελφό σου.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει στή δέκατη τρίτη ὁμιλία του στή Β΄ Πρός Κορινθίους Ἐπιστολή πώς ἡ ἐλεημοσύνη δέ συνίσταται μόνο στό νά δίνεις χρήματα, ἀλλά καί στό νά τά δίνεις μέ αἴσθημα χριστιανικῆς συμπάθειας. Πρέπει νά κάνουμε τό καλό καί νά παρέχουμε τή βοήθειά μας θεληματικά, πρόθυμα, καρδιακά, μέ σεβασμό καί ἀνυπόκριτη ἀγάπη πρός τούς φτωχούς. Δέν πρέπει νά μᾶς κατέχει κανένα αἴσθημα περιφρόνησης, ἀγανάκτησης ἤ ὁργῆς κι ἐκνευρισμοῦ. «Ἕκαστος καθώς προαιρεῖται τῇ καρδίᾳ, μή ἐκ λύπης ἤ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρόν γάρ δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός» (Β’ Κορ. θ’ 7).

Τό καλό πρέπει νά τό κάνεις χρησιμοποιώντας τή δική σου περιουσία κι ὄχι κάποιου ἄλλου, στήν ὁποία δέν ἔχεις κανένα νόμιμο δικαίωμα. Καί θά πρέπει νά εἶναι περιουσία πού ἀποκτήθηκε μέ τίμια δουλειά, ὄχι μέ κλοπές, ἀπάτες καί ψέματα. Γιά νά δώσουμε πολλή ἐλεημοσύνη, πρέπει νά περιορίσουμε τά ἔξοδά μας. Γιά παράδειγμα δέν πρέπει ν’ ἀγοράζουμε ἀκριβά κι ἐξεζητημένα πράγματα, ἐφόσον μποροῦμε νά κάνουμε καί χωρίς αὐτά. Γιατί αὐτό πού μᾶς περισσεύει ἀνήκει στούς φτωχούς κι ὅταν τό ξοδεύουμε ἀσυλλόγιστα εἶναι σά νά τούς τό ἀφαιροῦμε. Πρέπει νά κάνουμε πάντα τό καλό καί νά βοηθᾶμε τούς ἄλλους. Νά μήν περιορίζεται ὁ ζῆλος μας αὐτός ἀπό τίς τυχόν δυσκολίες πού θά συναντήσουμε στήν ἄσκηση τῆς ἐλεημοσύνης. Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Ἡ πίστη σου κι ἡ ἐλεημοσύνη σου νά μή μειωθοῦν». Δέ λέει νά κάνεις τό καλό μία φορά, δύο, τρεῖς, δέκα ἤ ἑκατό φορές, ἀλλά πάντα. «Τό ἔργο αὐτό νά μήν τό ἐγκαταλείψεις» (Ὁμιλία στήν Πρός Φιλιππησίους Ἐπιστολή).
Ὅταν δίνεις ἐλεημοσύνη, καλό εἶναι νά κάνεις διάκριση ἀνάμεσα στούς πραγματικά φτωχούς καί σέ ἐκείνους πού φαίνονται φτωχοί. Πρέπει νά δίνεις ὅση περισσότερη βοήθεια μπορεῖς, ἀνάλογα μέ τή δύναμή σου. Πρέπει νά δίνεις προτεραιότητα στούς περισσότερο φτωχούς, σέ ἐκείνους πού ἀξίζουν περισσότερο τή βοήθειά σου, στούς κοντινούς καί τούς συγγενεῖς σου πρῶτα κι ὕστερα στούς ξένους. Ἐπειδή δέν εἶναι εὔκολο νά τά γνωρίζεις πάντα αὐτά τά πράγματα μέ ἀκρίβεια, μερικοί ἐκκλησιαστικοί πατέρες μᾶς συμβουλεύουν νά ἐμπιστευόμαστε ἐκείνους πού εἶναι ἔμπειροι γιά νά μᾶς ποῦν πού θά δώσουμε τήν ἐλεημοσύνη μας.
Τέλος, θά ἤθελα νά πῶ ὅτι δέν πρέπει νά λογαριάζουμε πώς κάνουμε κάτι σπουδαῖο ὅταν δίνουμε ἐλεημοσύνη, ἀλλά μᾶλλον νά πιστεύουμε πώς ἁπλά εἴμαστε διαχειριστές τῶν ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ. Ποτέ δέ θά γίνεις τόσο γενναιόδωρος ὅσο ὁ Θεός, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἀκόμα κι ἄν μοιράσεις ὁλόκληρη τήν περιουσία σου, ἀκόμα κι ἄν μαζί μέ τήν περιουσία σου παραδώσεις καί τόν ἑαυτό σου, πάλι δέν ἔκανες τίποτα σπουδαῖο. Γιατί ὅ,τι κι ἄν δώσει ὁ ἄνθρωπος, ἀκόμα καί τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, τά παίρνει πίσω ἀπό Ἐκεῖνον. Ὅσα περισσότερα καί νά Τοῦ δώσεις, ἐκείνα πού θά σοῦ γυρίσει πίσω θά εἶναι περισσότερα. Καί βέβαια δέν πρόκειται νά δώσεις τίποτα δικό σου, ἀφοῦ «πᾶσα δόσις ἀγαθή καί πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθεν ἐστί καταβαίνον».

Ἀπόσπασμα ἀπό ὁμιλία τοῦ Ἁγ. Ἰωάννη τῆς Κρονστάνδης,
«Οἱ Μακαρισμοί»- Δέκα ἑρμηνευτικές ὁμιλίες.

Διασκευή κειμένου π. Σάββας Γεωργιάδης

Σύναξις ἐθελοντῶν διά τόν Ἔρανο τῆς ἀγάπης
Δεκέμβριος 2017