Ἡ ἑβδομάδα ποὺ διερχόμεθα, ἑβδομάδα τῆς Πεντηκοστῆς ἢ ἑβδομάδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἐντελῶς ἰδιαίτερη, μὲ ἰδιαίτερο χαρακτηριστικὸ τὴν κατάλυση τῆς νηστείας Τετάρτη καὶ Παρασκευή.
Γιὰ τὴν μεγάλη ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἂς μὴν τολμήσουμε νὰ κάνουμε οὔτε σκέψεις δικὲς μας καὶ νὰ ἀκούσουμε κάποιους ποὺ «ἔπαθαν τὰ θεῖα» μόνον μὲ προσοχή.
Θὰ ξεκινήσουμε μὲ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο ἐπιλέγοντας τὴν παράγραφο μόνον τοῦ λόγου ποὺ ἀναφέρεται στοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
«Στὴν Ἐκκλησία ἡ μία ἑορτὴ διαδέχεται τὴν ἄλλη. Πρὶν ἀπὸ λίγες ἡμέρες ἑορτάσαμε τὸν Σταυρό, τὸ Πάθος, τὴν Ἀνάσταση, ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σήμερα συναντήσαμε τὴν ἴδια τὴν κορυφὴ τῶν ἀγαθῶν, φθάσαμε στὴ μητρόπολη τῶν ἑορτῶν, βρισκόμαστε στὴν πραγματοποίηση τῆς ὑπόσχεσης τοῦ Κυρίου: «Ἐὰν γὰρ ἐγὼ μὴ ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς» (Ἰω. ιστ΄, 7).
Σήμερα μᾶς χαρίζει τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὴν πνευματικὴ δουλεία, μᾶς καλεῖ στὴν ἐλευθερία, μᾶς ὁδηγεῖ στὴν υἱοθεσία καί, γενικά, μᾶς ξαναγεννᾶ καὶ μᾶς ξεφορτώνει τὸ βαρὺ καὶ ἀποκρουστικὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν, τὸ .ὁποῖο προκαλεῖ σύγχυση καὶ ἀντιπαλότητα.
Ὅπως ἡ γῆ, ὅταν δὲν καλλιεργεῖται, ἐνῶ εἶναι γόνιμη καὶ πλούσια, βγάζει πολλὰ ἀγκάθια, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἐνῶ εἶναι καλὴ ἀπὸ τὸν δημιουργό της καὶ κατάλληλη γιὰ τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς, ἐπειδὴ δὲν δέχθηκε τὸ ἄροτρο τῆς εὐσέβειας, οὔτε τὸ σπόρο τῆς θεογνωσίας, βλάστησε μέσα μας ἀσέβεια, σκληροκαρδία, ἔλλειψη κατανόησης, ἀντιπαλότητα, πολέμους.
Ἐμφανίστηκε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ μορφὴ πύρινων γλωσσῶν γιὰ νὰ θυμίσει μιὰ παλιὰ ἱστορία. Ὅταν, στὰ παλιὰ χρόνια παραλογίστηκαν οἱ ἄνθρωποι καὶ θέλησαν νὰ κτίσουν ἕνα πύργο ποὺ νὰ φθάνει ὡς τὸν οὐρανό, μὲ τὴ σύγχυση τῶν γλωσσῶν τους διέλυσε ὁ Θεὸς τὴν κακὴ ἀπόφασή τους (Ἀναφέρεται στὸν πύργο τῆς Βαβέλ, Γέν. ια΄, 1-9), γι’ αὐτὸ καὶ τώρα μὲ μορφὴ πύρινων γλωσσῶν ἔρχεται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὸν καρπὸ τῆς ἑνότητος ποὺ προσφέρει, γιὰ νὰ ἑνώσει τὴν οἰκουμένη ποὺ εἶναι χωρισμένη.
Καὶ ποιὸς εἶναι ὁ καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ἃς ἀκούσουμε τὸν Παῦλο ποὺ λέγει. «Ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματὸς ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια» (ὁ πρῶτος καρπὸς ὅμως ποὺ παράγει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, μὲ τὸν φωτισμὸ καὶ τὴ χάρη ποὺ ἐνεργεῖ στὶς ψυχές μας εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρὰ ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀγαθὴ συνείδηση, ἡ εἰρήνη ποὺ εἶναι ἀχώριστη ἀπὸ αὐτήν, ἡ μακροθυμία στὶς ἀδικίες ποὺ μᾶς κάνουν οἱ ἄλλοι, ἡ ἀγαθὴ διάθεση καὶ καλοσύνη, ἡ εὐεργετικὴ διάθεση καὶ συμπεριφορά, ἡ πίστη καὶ ἡ ἀξιοπιστία στὰ λόγια καὶ στὶς ὑποσχέσεις μας) (Γαλ. ε΄, 22). Πρόσεχε τὴν ἀκρίβεια τῶν λέξεων καὶ τὴ σειρὰ τῆς διδασκαλίας. Ἔβαλε πρώτη τὴν ἀγάπη καὶ ὕστερα ἀνάφερε τὰ ἄλλα.
Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ρίζα, ἡ πηγὴ καὶ ἡ μητέρα ὅλων των ἀγαθῶν, ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ τέλεια τήρηση καὶ ἐκπλήρωση τοῦ νόμου, «πλήρωμα οὖν νόμου ἡ ἀγάπη» (Ρωμ. ιγ΄, 10). Ὁ Κύριος των πάντων δὲν θεώρησε καμιὰ ἄλλη προϋπόθεση ἀρκετὴ καὶ ἀξιόπιστη ἀπόδειξη γιὰ νὰ γνωρίζονται οἱ μαθητές Του, παρὰ μόνο τὴν ἀγάπη, λέγοντας: «Ἐν τούτω γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταὶ ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις», (Ἰω. ιγ΄, 35). (Ἡ ἀγάπη θὰ σᾶς ἐξασφαλίσει τὴν ἀναγνώριση, τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἐκτίμηση τῶν ἀνθρώπων περισσότερο ἀπὸ τὴ θαυματουργική σας δράση).
Γι’ αὐτό, σᾶς παρακαλῶ, ἃς καταφύγουμε ὅλοι σ’ αὐτήν, ἃς τὴν ἀγκαλιάσουμε γιατί ὅπου ὑπάρχει ἀγάπη, ἀδρανοῦν τὰ πάθη τῆς ψυχῆς. «Ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται» (Α΄Κορ. ιγ΄ 4-5)».
Θὰ συνεχίσουμε μὲ τὸν ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος γιὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς ἀναφέρει ὅτι: «ὡς λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Θεσσαλονίκης τό Πανάγιον Πνεῦμα ὅταν κατέβη εἰς τό ὑπερῷον, ἔκαμεν τόν οἶκον ὡσάν μίαν κολυμβήθραν, διά νά βαπτίσῃ τούς Ἀποστόλους μέ τήν θείαν χάριν του, περί τοῦ ὁποίου τούτου βαπτίσματος προεῖπεν εἰς αὐτούς ὁ Κύριος· «ὑμεῖς δέ βαπτισθήσεσθε ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ οὐ μετά πολλάς ταύτας ἡμέρας» (Πράξ. α´ 5).
Τότε τό Πανάγιον Πνεῦμα ἐνήργησεν εἰς τούς Ἀποστόλους τρεῖς μεταβολάς.
Ἡ πρώτη μεταβολή ἦτο τοῦ νοός τῶν Ἀποστόλων, πού τούς ἔκαμε νά γνωρίσουν καθαρά τό ταπεινόν καί μάταιον τῶν παρόντων ἀγαθῶν καί ἐξεναντίας νά γνωρίσουν τό μεγαλεῖον καί αἰώνιον τῶν μελλόντων.
Πρὸ τῆς μεταβολῆς φιλονικοῦσαν ἀναμεταξύ τους ποῖος ἀπό αὐτούς νά ἦτο ὁ πρῶτος καί μεγαλύτερος· «ἐγένετο δέ καί φιλονεικία ἐν αὐτοῖς τό τίς αὐτῶν δοκεῖ εἶναι μείζων» (Λουκ. κβ´ 24).
Ὕστερα ἀφ᾿ οὗ ἔλαβαν τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, λογίζωνται -θεωροῦν τοὺς ἑαυτούς τους- μωροί, ἄτιμοι, ὄνειδος, σκύβαλα καί σκουπίδια τοῦ κόσμου καί τῶν ἀνθρώπων· «ἡμεῖς μωροί διά Χριστόν, ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ἡμεῖς ἄτιμοι, ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι» (Α´ Κορ. δ´ 10, 13).
Τώρα ἀδελφέ στοχάσου ἀνίσως ἔγινε καί εἰς ἐσέ αὐτή ἡ μεταβολή τοῦ νοός, διότι ἀνίσως καί ἕως τώρα ἐνόμισες γιὰ μεγάλον καλόν, τό νά σέ τιμοῦν οἱ ἄνθρωποι, τό νά γυρεύης πάντοτε καινούργιαις ἡδοναῖς καί νά ἐξοδεύης εἰς αὐταῖς τόν καιρόν ὅπου σοῦ ἐδόθη διά νά κερδίσης τά αἰώνια ἀγαθά, πρέπει διά τοῦτο νά λυπῆσαι καί νά μετανοῇς καὶ νὰ ζητῆς ἐν ταπεινώσει καὶ μετανοία νά σοῦ δώσῃ τό Πνεῦμα τό ἰδικόν του καί ἐσύ νὰ γίνεις δεκτικός τοῦ Θείου Του Πνεύματος· «ἡμεῖς δέ οὐ τό πνεῦμα τοῦ κόσμου ἐλάβομεν, ἀλλά τό Πνεῦμα τό ἐκ τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. β´ 12).
Δευτέρα μεταβολή ὅπου ἔκαμε τό Πανάγιον Πνεῦμα εἰς τήν καρδίαν τῶν Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι εἰς τήν ἀρχήν ἦσαν τόσον φιλόζωοι, τόσον φιλόσαρκοι, τόσον δειλοί, ὅπου διά νά φυλάξουν τήν ζωήν τους ἀνεχώρησαν· «καί ἀφέντες Αὐτόν ἔφυγον πάντες». (Μαρκ. ιδ´ 50). Καί τόσον ἦσαν τρομαγμένοι ὡσάν λαγωοί ὅπου ἔστεκαν κεκλεισμένοι ἀπό τόν φόβον τους μέσα εἰς τό ὑπερῶον, ἀλλ᾿ ἀφ᾿ οὗ κατέβη εἰς αὐτούς τό Ἅγιον Πνεῦμα, μετέβαλε τήν ἀσθένειαν τῆς καρδίας των εἰς ἀνδρείαν καί γενναιότητα.
Τώρα καί ἐσύ ἀδελφέ στοχάσου, ἐάν ἔλαβες αὐτήν τήν γενναιότητα καί θέρμην εἰς τήν καρδίαν σου διά νά μή φοβῆσαι σάρκα, κόσμον καί , κοσμοκράτορα, δυσκολίες, κακοτυχίες-ἁμαρτίες, οὐδὲ τὸν θάνατον, διότι ἀνέστη ὁ Κύριός μας πατήσας τὸν θάνατον, χαριζόμενος ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον.
Ὅθεν εὐφράνθητι καί εὐχαρίστησε τόν Κύριον, ὅπου διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὄχι μόνο σοῦ ἐκαθάρισε τόν νοῦν, ἀλλά καί σοῦ ἐθέρμανε τήν καρδίαν καί θέλει νά σέ μεταβάλῃ ἀπό σαρκικόν εἰς πνευματικόν· ἀπό νήπιον καὶ μωρόν, εἰς ἄνδρα σοφόν· καί ἀπό κοσμικόν καί ἐθνικόν, εἰς ἀληθινόν χριστιανόν.
Τρίτη μεταβολή ὅπου ἐνήργησε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον εἰς τήν γλῶσσαν τῶν Ἀποστόλων· διότι ἐκεῖνοι προτήτερα δέν ἐλαλοῦσαν ἄλλο, παρά γήϊνα καί χαμερπῆ, δόξας καί τιμάς προσωρινάς καί ματαίας. Αὐτοί οἱ ἴδιοι, ὕστερα ἀπό τόν ἐρχομόν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν ἐλαλοῦσαν πλέον δι᾿ ἄλλο, παρά διά τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, διά τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, διά τήν θεολογίαν τῆς Ἁγίας Τριάδος, διά τό ἀκατανόητον μυστήριον τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας, μέ ρητορικήν ἀνήκουστον, μέ ἐλευθεροστομίαν ἀσύγκριτον καί μέ γλῶσσας διαφόρους· «ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ». (Πράξ. β´ 11).
Τώρα στοχάσου καὶ ἐσύ ὅπου πρέπει τώρα νὰ λάβῃς τήν μεταβολήν αὐτήν τῆς γλώσσης ἀπό τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὅθεν πρέπει νά τήν μεταχειρίζεσαι καί ἐσύ κατά τόν σκοπόν ὅπου ὁ Θεός σοῦ τήν ἔδωκεν· ἤγουν εἰς τό νά δοξολογῇς καί νά αἰνῇς μέ αὐτήν πάντοτε τόν Θεόν, καί νά μελετᾷς τά θεῖα Του λόγια. Εἰς τό νά συμβουλεύῃς τόν ἀδελφόν σου ὅλα ἐκεῖνα ὅπου εἶναι συμφέροντα εἰς τήν σωτηρίαν του καί νά στερεώνῃς εἰς τό καλόν καί τήν ἀρετήν, καί ὄχι περιπαίζωντάς τον, κατηγορῶντάς τον καί ὑβρίζωντάς τον καταφρονητικῶς μέ θυμόν καί δίδωντάς του κακάς συμβουλάς, μέ λόγια ἁπαλά μέν καί φιλικά, ἐπίβουλα δέ καί ἐχθρικά, διά νά τόν κακοποιήσῃς καί νά τόν βλάψῃς μὲ δόλον καὶ ὑποκρισία· «ἡπαλύνθησαν οἱ λόγοι αὐτῶν ὑπέρ ἔλαιον καί αὐτοί εἰσι βολίδες» (Ψαλμ. νδ´ 24).
Ἀποφάσισε εἰς τό ἑξῆς, νά μή ἀφήνῃς νά ἔβγουν ἀπό τό στόμα σου λόγια σαπρά, λόγια γελοιώδη καί μάταια, ἀλλά ὠφέλιμα καί σωτηριώδη πρός οἰκοδομήν τῶν ἀκουόντων, καθώς σοῦ παραγγέλει ὁ Ἀπόστολος· «πᾶς λόγος σαπρός ἐκ τοῦ στόματος ἡμῶν μή ἐκπορευέσθω, ἀλλ᾿ εἴ τις ἀγαθός πρός οἰκοδομήν ἵνα δῷ χάριν τοῖς ἀκούουσιν» (Ἐφέσ. δ´ 29).
Καί τέλος, παρακάλεσε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον νά δυναμώσῃ εἰς ἐσέ· «ὅ κατειργάσω ἐν ἡμῖν» (Ψαλμ. ξζ´ 31)· καί νά δείξῃς μίαν τελείαν μεταβολήν εἰς τήν γλῶσσάν σου διά τῆς χάριτός του, ὥστε νά μή σέ ἀφήσῃ νά σφάλῃς πλέον μέ αὐτήν εἰς κανένα λόγον ἄπρεπον· «εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ (Ἰακωβ. γ´ 2), ὥστε ἐκεῖνοι ὅπου σοῦ ἀκούουν, νά λέγουν· «αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου». (Ψαλμ. ος´ 10).
Καί τέλος, ἐπειδή καί τό Πανάγιον Πνεῦμα, ὁ ἄλλος Παράκλητος, τό συμπληρωτικόν πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ χορηγός πάντων τῶν χαρισμάτων, ἡ ζωή τῶν ζώντων καί ἡ τελειότης ἁπάντων τῶν ὄντων, ἠθέλησεν ἐκ μόνης τῆς φιλανθρωπίας του νά μή σέ ἀφήσῃ ἀτελῆ, ἀλλά νά σὲ φέρῃ εἰς τελειότητα χαρίζωντάς σου τό χάρισμα τῆς διαμονῆς ἐν τῇ Αὐτοῦ χάριτι».
Θὰ συνεχίσουμε μὲ ἕνα ἀείμνηστο καὶ πολὺ σεβαστὸ ἁγιορείτη πατέρα, τὸν π. Γεώργιο Καψάνη, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν ποιμαντικὴν ἰδιαιτερότητά του, πρακτικὰ μᾶς εἰσάγει στὸ βαθὺ νόημα τῆς ἑορτῆς.
«Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας εἶναι ἡ μόνη Ἐκκλησία ποὺ δέχεται καὶ βιώνει συνεχῶς τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ, τῆς ἐνανθρωπήσεως, τοῦ σταυρικοῦ Του θανάτου, τῆς Ἀναστάσεώς Του καὶ τῆς Πεντηκοστῆς. Προηγεῖται ὁ Σταυρὸς στὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ χριστιανοῦ, καὶ ἕπεται ἡ Ἀνάστασις καὶ ἡ Πεντηκοστή. Ἐνῶ ὅσοι θέλουν Ἀνάστασι καὶ χαρίσματα πνευματικά, χωρὶς νὰ σταυρώσουν τὸν ἑαυτὸ τοὺς διὰ τῆς μετανοίας, τῆς ἀσκήσεως, τῆς νηστείας, τῆς ὑπακοῆς στὴν Ἐκκλησία εὑρίσκονται σέ πλάνη.
Ἡ ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς εἶναι ἡ γενέθλιος ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ὅλη της ἡ ζωὴ καὶ οἱ ἐνέργειες εἶναι καὶ μιὰ Πεντηκοστή.
Κάθε Θεία Λειτουργία ὅπου ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος γίνονται Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ, μὲ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι Πεντηκοστή ὅπως καὶ κάθε Ἁγία Τράπεζα τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι καὶ ὑπερῶον τῆς Πεντηκοστῆς. Ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε Βάπτισμα, σὲ κάθε χειροτονία, σὲ κάθε ἐξομολόγηση, σὲ κάθε μυστήριο καὶ σὲ κάθε σύναξη τῆς Ἐκκλησίας ἔχουμε Πεντηκοστή, διότι τελοῦνται μὲ τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι᾿ αὐτὸ ὅλες σχεδὸν οἱ πράξεις, οἱ προσευχὲς καὶ τὰ μυστήρια της Ἐκκλησίας ἀρχίζουν μὲ τὴν προσευχή: «Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας. ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν...». Ὅπου συνάγεται ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἐκεῖ ἐπιφοιτᾶ καὶ ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Κάθε Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ἕνας ἄνθρωπος πνευματεμφόρος, γεμάτος ἀπὸ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἄνθρωπος τῆς Πεντηκοστῆς.
Τὸ αἴτημα τῆς Κυριακῆς προσευχῆς: «ἐλθέτω ἡ Βασιλεία σου» σημαίνει: «ἐλθέτω ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Σου Πνεύματος». Καὶ ἡ προσευχὴ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν» καὶ αὐτὴ γίνεται μὲ τὴν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Διότι, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «οὐδεὶς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν, εἰ μὴ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» (Α΄ Κορ. ιβ´ 3).
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας εἶναι δοκιμασμένος καὶ ἀσφαλὴς δρόμος σωτηρίας. Ἔχουμε τὴν δυνατότητα νὰ γίνουμε οἰκεῖοι τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων, τῶν Πατέρων, τῶν Μαρτύρων, τῶν Ἁγίων, μέχρι καὶ τῶν τελευταίων χρονικῶς Ἁγίων. Εἶναι ἡ Ἐκκλησία ποὺ κρατᾶ τὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου ἀνόθευτη ἐδῶ καὶ δυὸ χιλιάδες περίπου χρόνια.
Πολλοὶ αἱρετικοὶ, καὶ ὄχι μόνον, ἐπολέμησαν καὶ πολεμοῦν τὴν Ἐκκλησία μας διὰ μέσου τῶν αἰώνων. Αὐτοκράτορες μὲ στρατιές, μὲ κοσμικὲς δυνάμεις, μὲ ποικίλες μεθόδους, μὲ ἐκβιασμοὺς, μὲ βασανιστήρια, μὲ διωγμοὺς μὲ συκοφαντίες, ἀλλὰ δὲν μπόρεσαν νὰ γκρεμίσουν τὴν Ἐκκλησία. Καὶ μάλιστα ὅσο πολεμεῖται, τόσο δυναμώνει καὶ λαμπρύνεται.
Καλούμεθα μικροὶ καὶ μεγάλοι, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, νὰ παραμείνουμε πιστοὶ εἰς τὴν Ὀρθόδοξη πίστι μας, γιὰ τὴν δικὴ μας σωτηρία, γιὰ βοήθεια ὅλου τοῦ κόσμου, μὲ τὴν Χάρι τοῦ Κυρίου Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ,τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τὸν φωτισμὸν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὶς πρεσβεῖες τῆς Παναγίας μας καὶ ὅλων τῶν Ἁγίων».
Καὶ τέλος ὁ ἀείμνηστος π. Ἐφραίμ τῆς Ἀριζόνα, ἕνας ἀπὸ τοὺς νεώτερους νηπτικοὺς πατέρες τοῦ Ἁγίου Ὄρους, θὰ μᾶς θυμίσει ὅτι εἴμαστε καταδικασμένοι νὰ γίνουμε ἀθάνατοι.
«Ἡ Πεντηκοστὴ εἶναι φανέρωση τοῦ ἁγίου Πνεύματος, μὲ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ ὁποίου συμπληρώνεται ἡ ἀποκάλυψη καὶ τῶν τριῶν προσώπων τῆς ἁγίας Τριάδος καὶ γι’ αὐτὸ ἡ ἑπομένη τῆς Πεντηκοστῆς, θεωρεῖται ὡς ἡμέρα τῆς ἁγίας Τριάδος. Ὅταν ἔρχεται τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον καὶ φωτίζει τὸ νοῦ καὶ καθαρίζει τὴν καρδιά, ὁ πιστὸς βλέπει μὲ τὴν πίστη τὴν ἁγία Τριάδα. Στούς αἴνους τοῦ ὄρθρου τῆς Πεντηκοστῆς ψάλλουμε: «Δι’ οὖ Πατὴρ γνωρίζεται καὶ Υἱὸς δοξάζεται καὶ παρὰ πάντων γινώσκεται μία δύναμις, μία σύνταξις, μία προσκύνησις τῆς ἁγίας Τριάδος».
Ἡ Θεία Λειτουργία γίνεται ἐν ὀνόματι καὶ τῶν τριῶν προσώπων τῆς ἁγίας Τριάδος. Ἡ πύλη ποὺ μπαίνομε στὴν θεία λειτουργία εἶναι Ἁγιοτριαδική. «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος». Ὅλες οἱ εὐχὲς καὶ οἱ ἐκφωνήσεις καταλήγουν στὴν τριαδικὴ δοξολογία: «Ὅτι πρέπει σοί πᾶσα δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις, τῶ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῶ καὶ τῶ ἁγίω Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων, ἀμὴν». Ἀλλὰ ἡ δύναμις ἐκείνη ποὺ τελεῖ τὴν φρικτὴ θυσία τῆς θείας Λειτουργίας καὶ πυρακτώνει, δηλαδὴ κάνει φωτιὰ τὸν ναὸ καὶ τὸν ἱερέα, εἶναι τὸ ἅγιον Πνεῦμα.
«Πῦρ διαιρούμενον εἰς νομὰς χαρισμάτων». Ἔτσι μέσα στὴν θεία Λειτουργία ὅλα εἶναι πυρακτωμένα.
Ὁ ἄνθρωπος προσφέρει ὕλη. Ὁ Θεὸς ἀντιπροσφέρει πνεῦμα. Γι’αὐτὸ ὁ ἱερεὺς λέγει: «Ὁ προσδεξάμενος αὐτὰ εἰς τὸ ἅγιον καὶ ὑπερουράνιον καὶ νοερὸν αὐτοῦ θυσιαστήριον, ἀντικαταπέμψει ὑμῖν τὴν θείαν Χάριν καὶ τὴν δωρεὰν τοῦ ἁγίου Πνεύματος δεηθῶμεν». Στὴ συνέχεια ἔρχεται ἡ στιγμὴ τοῦ θαύματος, ὅπου μεταβάλλεται τὸ κρασὶ καὶ τὸ ψωμί, σὲ αἷμα καὶ σῶμα Χριστοῦ. «Μεταβαλλὼν τῶ Πνεύματί Σου τῶ ἁγίω».
Χρειάζονται μάτια πίστεως καθαρά, γιὰ νὰ βλέπουμε τὰ τελούμενα στὴν θεία Λειτουργία. Δηλαδὴ νὰ πιστεύουμε αὐτὸ τὸ ὁποῖο τελεσιουργεῖται πάνω στὴν ἁγία Τράπεζα. Νὰ πιστεύουμε πράγματι ὅτι ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος μὲ τὴν χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἔγιναν σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ καὶ ὅτι μεταλαμβάνουμε σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ καὶ ἁγιαζόμεθα.
«Γενώμεθα τέκνα καὶ κληρονόμοι, κληρονόμοι δὲ Θεοῦ, συγκληρονόμοι δὲ Χριστοῦ». Ὁ Χριστὸς μας πάνω στὸν σταυρὸ πλήρωσε τὸν φόρο τῆς κληρονομίας, γιὰ τὸν καθένα μας, γιὰ νὰ γίνουμε ἐμεῖς κληρονόμοι τοῦ Θεοῦ καὶ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, μέτοχοι της αἰωνίου ζωῆς.
Ἐλᾶτε ὅλοι ποὺ πάσχουμε ἀπὸ ἀναιμία ποὺ λέγεται ἁμαρτία, ποὺ μεταδίδει στὸ αἷμα μας, στὸ εἶναι μας, τὸ μικρόβιο τοῦ θανάτου, διότι ἡ ἁμαρτία δημιουργεῖ ἀσθένειες οἱ ὁποῖες ἐπιφέρουν τὸν βέβαιο διπλὸ θάνατο. «Τὰ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος». Προσερχόμενοι ἐν μετανοία και παίρνοντας τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν Θεία Κοινωνία, γινόμαστε ἀδελφοί καὶ συγκληρονόμοι του Χριστοῦ καὶ ἑπομένως παιδιὰ τοῦ Θεοῦ Πατέρα, κληρονόμοι τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἀθάνατοι.
Ὁ ψυχικὸς θάνατος εἶναι ὁ αἰώνιος χωρισμός ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ μπορεῖ νὰ συμβεῖ σ’ ὅλες τὶς στιγμὲς τοῦ χρόνου καὶ ἐάν μᾶς ἕβρει ὁ σωματικός θάνατος ἀνεξομολόγητους καὶ ἀδιόρθωτους, θὰ ὑποστοῦμε καὶ τον αἰώνιο θάνατο, ἀλλοίμονο μας. Ἔχοντας λοιπὸν συναίσθηση αὐτοῦ τοῦ σοβαροτάτου προβλήματος ὁ καθένας μας, νὰ φροντίζουμε ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ νὰ εἴμεθα ἕτοιμοι. Νὰ ἐξομολογούμεθα, διότι ἡ ἐξομολόγηση εἶναι τὸ κλειδὶ μὲ τὸ ὁποῖο ἀνοίγουμε τὴν πόρτα τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. «Γρηγορεῖτε, οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέρα, οὐδὲ τὴν ὥρα ἐν ἦ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται νὰ σοῦ κτυπήσει τὴν θύρα τῆς ζωῆς».
Ἄς εὐχηθοῦμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά, νὰ μᾶς χαρίσει ὁ Χριστός μας, ὁ μεγάλος μας ἀδελφός, ὁ συγκληρονόμος μας στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, αὐτὴ τὴν ἁγιασμένη συναίσθηση, νὰ μᾶς καταστήσει ἑτοίμους καὶ να μᾶς πάρει σὲ μιὰ στιγμὴ μετάνοιας καὶ σωτηρίας. Ἀμήν».
Καὶ τέλος ἄς διαβάσουμε ἕνα μικρὸ κείμενο καὶ ὡς ἐπίλογο καὶ ὡς κανόνα γιὰ ὅλους μας, διότι ὅλοι ἔχουμε κληθεῖ νὰ γίνουμε ἅγιοι - « Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι» (Α’ Πετρ. α’ 16) - καὶ ποὺ προφητεύει τὴν ἐλπίδα γιὰ μιὰ καλύτερη κοινωνία.
«Στὸ πρόσωπο τοῦ ἁγίου, τοῦ φωτισμένου μὲ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα μὲ τὸν προσιτὸ χαρακτήρα του στὶς σχέσεις του, μὲ τὴν ὕψιστη προσοχὴ γιὰ τὸν ἄλλο, μὲ τὴν ἑτοιμότητα ὅπου δίνεται στὸν Χριστό, ἡ ἀνθρωπότητα θεραπεύεται.
Ὁ ἅγιος ἀφήνει νὰ διαφανῆ, σὲ ἀναφορὰ πρὸς κάθε ἀνθρώπινο ὄν, μιὰ συμπεριφορὰ γεμάτη λεπτότητα, διαφάνεια, καθαρότητα σκέψεως καὶ αἰσθημάτων. Ἡ λεπτότητά του ἐπεκτείνεται ἀκόμη καὶ στὰ ζῶα καὶ τὰ πράγματα, ἐπειδὴ σὲ κάθε πλάσμα βλέπει ἕνα δῶρο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν θέλει νὰ πληγώση αὐτὴ τὴν ἀγάπη, μὲ τὸ νὰ μεταχειρίζεται αὐτὰ τὰ δῶρα μὲ ἀμέλεια ἤ ἀδιαφορία.
Ἡ σκληρότητα προῆλθε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὰ πάθη. Στὴ συμπεριφορὰ τοῦ ἁγίου ὑπάρχει πραγματικὰ μιὰ διακριτικότητα καὶ μιὰ εὐγένεια γεμάτες στοργή, χωρὶς μικροπρέπεια, οὔτε ἀγένεια, στὶς ἀνθρώπινες σχέσεις. Οἱ Ἅγιοι εἶναι πρόδρομοι ἑνὸς μέλλοντος ἐπιπέδου ζωῆς τῆς ἀνθρωπότητος, ὅπου θὰ κυριαρχεῖται ἀπὸ διακριτικότητα, τρυφερότητα καὶ στοργὴ ἡ ἐπικοινωνία τῶν ἀνθρώπων, γιατὶ οἱ ἄνθρωποι, πάντοτε ἀνικανοποίητοι ἀπὸ τὴν ἰσοπεδωτικὴ ἤ ἐπιφανειακὴ ἰσότητα, ποὺ μέχρι τώρα προσπαθοῦν νὰ πραγματοποιήσουν, οἱ ὅποιες θεωρίες-ἐπιστῆμες καί συνασπισμοί, ἴσως στραφοῦν πρὸς ἕνα ἀνώτερο ἐπίπεδο ἀμοιβαίων σχέσεων, γεμάτων τρυφερότητα, πρὸς ἕνα δόγμα ποὺ κέντρον του θὰ εἶναι τὸ διδόναι μᾶλλον ἤ λαμβάνειν καὶ τὸ διακονῆσαι ἤ τὸ διακονηθῆναι.
Χάρη σὲ μιὰ συνείδηση, ποὺ ἡ εὐαισθησία της τράφηκε καὶ καθαρίστηκε μὲ τὴν εὐαισθησία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ τοὺς ἀνθρώπους καὶ στὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Βιάζεται τότε νὰ ἱκανοποιήση κάθε ἐπωφελὲς αἴτημα καὶ σ’ αὐτὸ δίνεται ὁλόκληρος. Ἀλλὰ τὸ ἴδιο εὔκολα διακρίνει στοὺς ἄλλους τὶς ἁμαρτίες τους καὶ σὲ κάθε μιὰ ἀπ’ αὐτὲς τὶς περιστάσεις ὁ ἅγιος γνωρίζει ποιὰ εἶναι ἡ κατάλληλη στιγμὴ γιὰ νὰ μιλήση καὶ τὶ πρέπει νὰ πῆ ἤ πότε πρέπει νὰ σιωπήση καὶ τὶ νὰ ἀποσιωπήση.
Ἀπὸ τὸν ἅγιο ἀκτινοβολεῖ πάντοτε ἕνα πνεῦμα γενναιοδωρίας, αὐταπάρνησης, προσοχῆς, εἶναι πρόθυμος πάντοτε νὰ θυσιαστῆ, γιὰ ν’ ἀναλάβη τὸν πόνο τῶν ἄλλων, ἀλλὰ συγχρόνως κι ἕνας ἄσειστος τοῖχος, ποὺ πάνω του μποροῦν νὰ στηριχτοῦν ὅλοι.
Εἶναι ταπεινὸς, ἐλεύθερος ἀπὸ κάθε τι τὸ τεχνητό, μακρυὰ ἀπὸ κάθε κομπορρημοσύνη, μικροψυχία καὶ παράπονο, δέχεται καὶ κατανοεῖ κάθε τι ἀληθινὰ ἀνθρώπινο, ὅλες τὶς ταπεινὲς καταστάσεις ποὺ φαντάζουν πολλάκις ἄστοχες. Ἔτσι ὁ ἅγιος δημιουργεῖ ἀμέσως μιὰ ἀτμόσφαιρα οἰκειότητας, ἀνθρώπινης προσεγγίσεως, φιλίας ἀνάμεσα σ’αὐτὸν καὶ τοὺς ἄλλους, βάζει σφραγίδα αὐθεντικότητας, ἐπειδὴ καὶ ὁ ἴδιος ἔγινε βαθειὰ ἀνθρώπινος καὶ αὐθεντικός. Μ’αὐτὸ τὸν τρόπο τοὺς ὠθεῖ νὰ αὐξήσουν μέσα τους τὴν δύναμη νὰ ὁμολογήσουν τὶς ἀδυναμίες καὶ τὶς ἁμαρτίες τους μὲ εἰλικρίνεια, τοὺς δίνει τὴ δύναμη νὰ τὶς νικήσουν, ἐνθαρύνοντάς τους δὲ τοὺς ἀπελευθερώνει ἀπὸ τὸ αἴσθημα τῆς ἀπελπισίας καὶ τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀδυναμίας.
Μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη του ὁ Ἅγιος διαβαίνει σχεδὸν ἀπαρατήρητος, ἀλλὰ εἶναι πάντα παρών, ὅταν κάποιος ἔχη ἀναγκη στηρίξεως, παρηγορίας, ἐνθαρρύνσεως.
Ὅποιος πλησιάζει ἕναν ἅγιο, ἀνακαλύπτει σ’αὐτὸν τὸ ἀποκορύφωμα τῆς καλωσύνης καὶ τῆς καθαρότητας, καλυμμένα μὲ τὸ πέπλο τῆς ταπεινοφροσύνης, ποὺ τὸν κάνει πιὸ ἑλκυστικό.
Ὁ ἅγιος δὲν ἀσκεῖ καμμία ἐπίγεια ἐξουσία. Δὲν διατάζει μὲ αὐστηρότητα. «Ἐνσαρκώνει» τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, τρυφερό καὶ ἰσχυρὸ συνάμα. Ὁ ἅγιος ἔχει νικήσει τὸν χρόνο, ἐνῶ παραμένει ἔντονα παρὼν μέσα σ’ αὐτόν.
Εἶναι ἡ ἐπανορθωμένη εἰκόνα τοῦ «κατ’ εἰκόνα» Θεοῦ πλασθέντος ἀνθρώπου ποὺ χάρη στὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὁ πεπτωκὸς ἄνθρωπος γίνεται Θεὸς κατὰ χάριν, ἅγιος. Εἶναι ἡ πεντακάθαρη διαφάνεια τῆς αὐγῆς τοῦ αἰωνίου Θείου Φωτός, ὅπου ἡ ἀνθρώπινη φύση φθάνει στὴν τελειότητά της.
Εἶναι ὁ πρόδρομος αὐτοῦ τοῦ μέλλοντος τῆς ἀνθρωπότητος ποὺ θὰ βασιλεύη ἡ ἀγάπη, ἡ εἰλικρίνεια καὶ ἡ τρυφερότητα στὶς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου» (π. Δημήτριος Στανιλοάε).