Τὴν περασμένη Τρίτη κάναμε ἀναφορὰ στοὺς ἁγίους καὶ ἀναφέραμε ὅτι οἱ Ἅγιοι συνεχίζουν τὴν Θεανθρώωπινη ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ Ἐκκλησία, γίνονται ὁδηγοί μας στὴν δική μας πορεία, στὸ νὰ πραγματοποιήσουμε καὶ ἐμεῖς τὴ θέληση καὶ συγχρόνως τὴν προτροπὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς ὅλους μας: «Ἅγιοι γίγνεσθαι ὅτι ἐγὼ ἅγιος εἰμί» (Πετρ. α΄ 15), μὲ τὴν παρουσία τους, μὲ τὴν μεσητεία τους, μὲ τὴν διδασκαλία τους, μὲ τὸ παράδειγμά τους καὶ κυρίως μὲ τὶς πρεσβείες τους.
Ἰδιαιτέρως ἀναφερθήκαμε εἰς τὸν ἅγιο Νεκτάριο, ποὺ στὸν πρόλογο τοῦ βιβλίου του «Γνῶθι σ’ αὐτόν» μᾶς ἐπεσήμανε τὴν ἀνάγκη νὰ γνωρίσουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ μὲ τὶς πρεσβεῖες του, ἐφ’ ὅσον τὸν ἐπικαλούμεθα νὰ καταφέρουμε καὶ ἐμεῖς ὅπως καταφέρνουν ὅλοι οἱ Ἅγιοι νὰ γνωρίσουμε τὸν ἑαυτό μας, γιὰ νὰ δυνηθοῦμε νὰ γνωρίσουμε καὶ τὸν Θεὸν καὶ νὰ συναριθμηθοῦμε μεταξὺ τῶν φίλων Του καὶ δικῶν μας φίλων, τῶν Ἁγίων.

Σήμερα θὰ προσπαθήσουμε νὰ κατανοήσουμε ποιοὺς καὶ πῶς ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κατατάσει στὸν χορὸ τῶν Ἁγίων, τὴ λεγόμενη Ἁγιοκατάταξη, τί εἶναι ὁ συναξαριστής, τί εἶναι ἡ μεσιτεία τῶν Ἁγίων καὶ τέλος τὸ μέγα Μυστήριο τῆς Θείας Λειτουργίας ὅπου ἡ συνάντησις ἐπὶ τῷ αὐτῷ στὴν Θεία Λειτουργία τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας, ὅλων τῶν Ἁγίων, ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ ὅλης τῆς οἰκουμένης.

Ἄς ξεκινήσουμε ἀπό δυό στοιχεῖα. Τό πρῶτο εἶναι ὅτι γιά τή δική μας παράδοση οἱ Ἅγιοι εἶναι μέτοχοι τῆς «θείας δόξης». Μετά τήν Παναγία, εἶναι αὐτοί πού ἔχουν ἐνθεωθεῖ, δηλαδή αὐτοί πού ἔχουν πραγματοποιήσει αὐτό πού ὅλοι ζητᾶμε νά ἐπιτευχθεῖ γιά τόν καθένα μας. Εἶναι ἐνθεωμένοι. Εἶναι μετά τοῦ Χριστοῦ. Ζοῦνε μετά τοῦ Χριστοῦ.

Τό δεύτερο εἶναι ὅτι οἱ Ἅγιοι εἶναι οἱ «φίλοι του Θεοῦ» ἀλλά συγχρόνως εἶναι καί οἱ «φίλοι τῶν ἀνθρώπων».
Στή θεία Εὐχαριστία, καί μάλιστα στήν πιό σημαντική στιγμή μετά τόν καθαγιασμό τῶν ἁγίων Δώρων, μνημονεύουμε τόν ὅλον κύκλο τῶν Ἁγίων.
Λέει ὁ ἱερέας ὅτι τά δῶρα πού προσφέραμε, πού καθαγιασμένα εἶναι σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ, τά προσφέραμε ἐπίσης «ὑπέρ τῶν ἐν πίστει ἀναπαυσαμένων προπατόρων, πατέρων, πατριαρχῶν, προφητῶν, ἀποστόλων, κηρύκων, εὐαγγελιστῶν, μαρτύρων, ὁμολογητῶν, ἐγκρατευτῶν καί παντός πνεύματος δικαίου ἐν πίστει τετελειωμένου, ἑξαιρέτως τῆς Παναγίας ἀχράντου, ὑπερευλογημένης, ἐνδόξου, δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας.
«Ἔτι προσφέρομεν Σοι τὴν λογικὴν ταύτην λατρείαν, ὑπὲρ τῆς οἰκουμένης, τῆς Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, πᾶσης ἐπισκοπῆς ὀρθοδόξων, τῶν ἐν σεμνῇ πολιτεία διαγόντων, τῶν ἀρχόντων καὶ ὧν ἕκαστος κατὰ διάνοιαν ἔχει καὶ πάντων καὶ πασῶν».

Γιά νά καταλάβουμε τά δυό αὐτά στοιχεῖα, ἄς δοῦμε στή δική μας παράδοση πῶς ὁρίζεται κάποιος ὡς ἅγιος, πῶς γίνεται αὐτό· τό ὀνομάζουμε «ἁγιοποίηση».
Ἡ ἀνακήρυξη γίνεται εἴτε ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὅσον ἀφορᾶ τήν Ἐκκλησία τῶν ἑλληνοφώνων, εἴτε ἀπό τό Ρωσικό Πατριαρχεῖο, ὅσον ἀφορᾶ τήν Ἐκκλησία τῶν σλαβοφώνων, κ.λπ. Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει ὅτι αὐτοί καί μόνον αὐτοί εἶναι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας. Στή γιορτή πού ἔχουμε ὑπέρ τῶν Ἁγίων Πάντων, ἰδιαίτερα στό συναξάρι πού ἀποδίδεται στόν Κάλλιστο Ξανθόπουλο, μιλᾶμε γιά μιά πλειάδα Ἁγίων τῶν ὁποίων τό ὄνομα δέν ξέρουμε.

Ὅμως ἄς δοῦμε πῶς γίνεται ἡ «ἁγιοποίηση» ἑνός μάρτυρα ἤ ἑνός ἄλλου ἁγίου. Γιά νά φτάσει ἡ Ἐκκλησία νά ἐγκρίνει καί νά ἐντάξει στό ἑορτολόγιό της ἕναν Ἅγιο, π.χ. ἕναν μάρτυρα, χρειάζεται ἕνα κυρίως (ἀναγκαῖο) στοιχεῖο: ἡ μαρτυρία τοῦ περιεστῶτος λαοῦ, δηλαδή τή μαρτυρία τοῦ λαοῦ πού συναντᾶται-ποὺ συνάπτεται γύρω ἀπό τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἡ Σύνοδος οὐσιαστικά δέν ἐγκρίνει ἄν κάποιος εἶναι ἤ δέν εἶναι ἅγιος· ἁπλῶς ἀναγνωρίζει αὐτό πού μαρτυρεῖται ἀπό τήν κοινή συνείδηση τοῦ περιεστῶτος πιστοῦ λαοῦ καί πού ἐκφράζεται βέβαια καί μέ κάποιες μαρτυρίες, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ λαός, ἡ καθολική συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ὁδηγεῖ οὐσιαστικά στήν ἀνακήρυξη ἑνός ἁγίου. Τό κριτήριο -ἄν μποροῦμε νά τό ὀνομάσουμε ἔτσι- πάνω στό ὁποῖο βασίζεται ἡ κρίση τοῦ λαοῦ εἶναι τά λεγόμενα «σημεῖα» τῆς ἁγιότητας. Ἕνα «σημεῖο» ἁγιότητας εἶναι ἡ θαυματουργία· ἡ ἐμπειρία ὅτι ὁ Ἅγιος θαυματουργεῖ. Ἐάν ὑπάρχουν λείψανα τοῦ ἁγίου, «σημεῖο» θεωρεῖται καί ἡ εὐωδία τους. Δέν εἶναι τεκμήριο ἁγιότητας οὔτε ἡ ἀκρίβεια στήν ὀρθόδοξη πίστη, οὔτε ὁ φαινόμενος ἐνάρετος βίος, ἀλλὰ ἡ πεποίθηση τοῦ πιστοῦ ὅτι ὁ προτεινόμενος εἶναι ἐνθεωμένος, ὅτι τελικῶς εἶναι φορέας μονίμου χάριτος Θεοῦ.
Ὁ λαός τόν τιμᾶ ὡς ἅγιο καί ἡ ἐκκλησιαστική ἱεραρχεία ἔρχεται νά ἀναγνωρίσει αὐτήν τήν ἁγιότητα. Γενικότερα, ἀκόμη καί οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι δέν ἔρχονται ἐκ τῶν προτέρων νά θεσπίσουν κανόνες, ἀλλά νά διασαφηνίσουν θέματα πού προκύπτουν ἤ ἐκ πλάνης ἤ καί ἐκ τῶν αἱρετικῶν.

Ἐντελῶς διαφορετικὰ γίνεται στή δυτική Ἐκκλησία, διότι ἡ ἁγιότητα ἔχει νά κάνει μέ τήν ἀρετή, δέν ἔχει νά κάνει μέ τήν ἔκπληξη τῆς ἐνθεώσεως, ὅπως συμβαίνει στή δική μας παράδοση.
Ὁ «Συναξαριστής», εἶναι ἕνα βιβλίο πού περιέχει μιά συλλογή «βίων Ἁγίων», ἐνταγμένο μέσα στή λειτουργική τάξη τῆς Ἐκκλησίας. Κανονικά στόν Ὄρθρο, μετά τήν ς΄ ὠδή, διαβάζεται καί τό «συναξάριο» ἤ τά «συναξάρια» τῶν Ἁγίων - ἤ μᾶλλον θά ἔπρεπε νά διαβάζεται, γιατί σήμερα αὐτό παραλείπεται.
Στά συναξάρια ἔχουμε μικρά περιστατικά πού συντείνουν νά κατανοήσουμε τί σημαίνει ὅτι ὁ Ἅγιος «ζῆ ἐν τῷ Χριστῷ». Συνήθως περιλαμβάνονται σ᾿ ἕνα συναξάρι, μέσα ἀπ᾿ ὅλη τή ζωή τῶν Ἁγίων, περιστατικά πού ἔχουν ἄμεση σχέση μέ τό ζῆν (ζεῖν) ἐν Χριστῷ. Εἴτε ἁμαρτάνοντας μετανοῶ ἐν Χριστῷ, εἴτε ζῶντας ζῶ ἐν Χριστῷ. Ὅπως λέει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, δέν ζῶ γιά τήν ἀρετή, ἀλλά ζῶ γιά τήν ἀλήθεια. Ἡ ἀλήθεια δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἀρετή, ἡ ἀρετή ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἀλήθεια.

Ὁ λειτουργικός αὐτός «Συναξαριστής», πού διαφέρει ἀπό τούς διευρυμένους βίους τῶν Ἁγίων, καταρτίσθηκε γιά πρώτη φορά τόν 13ο αἰῶνα καί δημιουργός του φέρεται ὁ διάκονος Μαυρίκιος, ὁ ὁποῖος «συνέλεξε» στοιχεῖα ἀπό τούς βίους τῶν Ἁγίων.
Κυριότερη πηγή του ὑπῆρξε τό ἔργο τοῦ Συμεών τοῦ Μεταφραστῆ (9ος αἰ.) «Βίοι καί πολιτεῖαι Ἁγίων». Τό ἔργο γράφτηκε σέ ἀττική γλῶσσα, ὅπως μέχρι σήμερα ὑπάρχει στά λειτουργικά βιβλία πού ὀνομάζονται «Μηναῖα». Ἐπειδή τά κείμενα αὐτά εἶχαν μεγάλη παιδαγωγική σημασία, ἐπιχειρήθηκε κατά τούς μετέπειτα χρόνους νά μεταφραστοῦν σέ αὐτοτελῆ συλλογή πρός παιδαγωγία τῶν πιστῶν. Μιά τέτοια μετάφραση γνωρίζουμε τοῦ Ἁγίου Νικόδημου τοῦ Ἁγιορείτου.
Τό ἔργο ἐκδόθηκε δέκα χρόνια μετά τήν ἐκδημία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου. Τελευταία ἐπανεκδόθηκε σέ τρεῖς τόμους.

Ἡ κατάστασις τῶν Ἁγίων
Ποιὰ ἡ κατάσταση τῆς ἁγιότητας. Σέ τί κατάσταση βρίσκονται οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας. Στή σχολαστική θεολογία μιλᾶμε γιά μία «μέση κατάσταση». «Μέση κατάσταση» σημαίνει ὅτι οἱ Ἅγιοι μετέχουν τῆς ἐσχάτης καταστάσεως, ἀλλά δέν βρίσκονται ἀκόμη σ’ αὐτήν.
Οἱ Ἅγιοι δέν ζοῦν «τό τέλος», δέν ζοῦν «τήν ἀρχή»· οἱ Ἅγιοι ζοῦν, σ’ αὐτοὺς δὲν χωράει ὁ θάνατος. Αὐτό εἶναι ἡ ἁγιότητά τους, τό ὅτι ζοῦν. Δέν εἶναι «ἐν τῷ θανάτω», ἀλλά εἶναι «ἐν τῇ ζωῇ».
Ὅταν ἐπικαλούμαστε τήν παρέμβαση τῶν Ἁγίων, Αὐτός πού ἐνεργεῖ εἶναι ὁ Θεός μέ τή χάρη Του καί τή δύναμή Του. Καί ἐνεργεῖ στό ὄνομα τῶν φίλων Του, πού εἶναι οἱ Ἅγιοι, τούς ὁποίους ἐπικαλούμαστε ὡς φίλους τοῦ Θεοῦ καί δικούς μας φίλους. Ἡ παρουσία τους ἔρχεται ἀπό τό ἔσχατο μέλλον διά τῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ πού τούς κάνει παρόντες.
Ὁ Ἅγιος λοιπόν -εἴτε ἔχει ἀναγνωριστεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία ὡς Ἅγιος εἴτε δέν ἔχει ἀναγνωριστεῖ- βρίσκεται σέ ἄλλη προοπτική.
Ἄς θέσουμε στή θέση τῆς ἔκφρασης «μέση κατάσταση» τήν ἔκφραση «σέ ἄλλη προοπτική». Ποιά εἶναι αὐτή ἡ ἄλλη προοπτική; Ὅλοι γεννιόμαστε μέ προοπτική νά πεθάνουμε. Ὁ Ἅγιος κατορθώνει νά ξεπεράσει αὐτήν τήν προοπτική της φύσεώς του, τῆς φυσικῆς του γεννήσεως, καί βρίσκεται στήν προοπτική τῆς ζωῆς. Ὁ Ἅγιος ἀναπτύσσεται μέσα σέ μιά ἁγιότητα γιά νά ζεῖ. Καί αὐτό εἶναι πού λέμε «ἐν Χριστῷ ζωή», «ζῶ ἐν Χριστῷ».
Γιά νά τό καταλάβουμε αὐτό ἴσως ἀκόμα καλύτερα, δέον νά κατανοήσουμε ὅτι κάθε φορά πού τελεῖται τό μυστήριο τῆς Εὐχαριστίας, μεταφερόμεθα στὴν ἐσχάτη ἡμέρα πού εἶναι παροῦσα, ζοῦμε στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅλοι ὅσοι εἴμαστε συναγμένοι ἐπὶ τῷ αὐτῷ, εἴμαστε ἐπίσης ἅγιοι. Ἡ διαφορά μας μέ τούς ἐπώνυμους Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ὅτι σέ μᾶς ἡ ἁγιότητα μᾶς χαρίζεται, μᾶς δωρίζεται, μᾶς προσφέρεται σέ αὐτήν τή Σύναξη. Καί μετά τήν χάνουμε καί πᾶμε νά τήν ξαναβροῦμε. Εἴμαστε σ᾿ ἕναν τραγικό διάλογο μ᾿ αὐτήν τήν ἁγιότητα. Ἐνῶ ὁ Ἅγιος βρίσκεται οἰονεῖ-τρόπον τινὰ εἰς τό διηνεκές-συνέχεια μέσα σέ αὐτήν τήν ἁγιότητα, στήν «ἐν Χριστῷ ζωῇ», στό «ζῶ ἐν Χριστῷ». Καί αὐτή εἶναι ἡ διαφορά μας.

Τί εἶναι ἡ μεσιτεία τῶν Ἁγίων
Ὅλοι μας, ἀπό μικρά παιδιά, ἔχουμε γνωρίσει τήν εὐεργεσία αὐτῆς τῆς μεσιτείας, εἴτε γιατί βεβαιωθήκαμε ὅτι ὑπῆρξε, εἴτε μὲ τὸ νὰ ἐμπιστευόμαστε τούς γονεῖς μας, εἴτε γιατί οἱ ἴδιοι κάποτε ἔχουμε μία ἐμπειρία τῆς μεσιτείας αὐτῆς. Ὅλοι ἔχουμε τούς Ἁγίους μας.
Ὑπάρχουν Ἅγιοι πού εἶναι δικοί μας, μέ τούς ὁποίους διαλεγόμαστε ἰδιαιτέρως, στούς ὁποίους -ὅπως λέμε- προσευχόμαστε. Ὑπάρχουν ἐπίσης ἄνθρωποι πού μᾶς βεβαιώνουν ὅτι ἔχουν γνωρίσει θαύματα ἀπό Ἁγίους. Κι ὑπάρχουν Ἅγιοι, πού προστατεύουν ἰδιαίτερα ἀπὸ συγκεκριμένες, π.χ. ὁ ἅγιος Γεράσιμος τοὺς «δαιμονιόντας», ὁ ἅγιος Παρθένιος τούς καρκινοπαθεῖς, ἡ ἁγία Παρασκευὴ ὅσους ἔχουν δυσκολία μὲ τὴν ὄραση.

Ἴσως αὐτό πού δέν καταλαβαίνουμε πρίν ἀπ᾿ ὁτιδήποτε ἄλλο, εἶναι ὅτι μέσα στή θεία Λειτουργία πρέπει νά ζοῦμε ὁλοκληρωτικά, νά ἀφηνώμεθα τελείως, πᾶσαν τὴν βιοτικὴν ἀποθώμεθα μέριμναν νὰ «παίζουμε», νὰ τρελενώμεθα πραγματικά. Τί κάνει ἕνα παιδί ὅταν παίζει; Βρίσκεται ἐκτός «λογικῆς» καταστάσεως, λειτουργεῖ μέ ἄλλες αἰσθήσεις. Ἔχει νικήσει τόν χρόνο, ἔχει νικήσει τόν χῶρο, ἔχει νικήσει τήν ἀτομικότητά του καί παίζει, δηλαδή ζεῖ. Ἐάν δέν καταλάβουμε ὅτι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτό τό ἱερὸ «παιχνίδι τῆς χαρᾶς», ὅπου τά λεγόμενα «παράλογα» στοιχεῖα εἶναι ἀληθινά, κι ὅπου τά θεωρούμενα «λογικά» στοιχεῖα εἶναι ψευδῆ, τότε δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε καί τή σχέση μας μέ τούς Ἁγίους μας.
Ἂν ἐρευνήσουμε τά βάθη τοῦ εἶναι μας θά διαπιστώσουμε καί ἀπό τήν καθημερινή μας ζωή, ὅτι οἱ πιό γνήσιες στιγμές στή ζωή μας εἶναι οἱ στιγμές πού παίζουμε. Ἀκόμα καί στήν ἡλικία τῆς ὡριμότητάς μας, οἱ πιό γνήσιες στιγμές μας εἶναι οἱ στιγμές πού παίζουμε μέ τούς γονεῖς μας, μέ τά παιδιά μας, μέ τούς φίλους μας, ποὺ τελικὰ ἀφηνώμεθα, ποὺ εἴμαστε πραγματικὰ ἐλεύθεροι. Μπορεῖ οἱ στιγμές αὐτές νά εἶναι λίγες ἤ νά εἶναι πολλές, ἀλλά εἶναι οἱ πιό ἀληθινές. Ὅλο τόν ἄλλο χρόνο τῆς ζωῆς μας ἀγωνιζόμεθα νά ὑπάρχουμε ἤ προσποιούμεθα ὅτι ὑπάρχουμε. Ἀλλά οἱ στιγμές πού πραγματικά ὑπάρχουμε ἐλεύθεροι εἶναι ὁ στιγμές πού παίζουμε, ποὺ ἀφηνώμεθα, εἶναι οἱ στιγμές πού ἔχουμε κατορθώσει νά ὑποτάξουμε τόν λόγο τοῦ νοός στόν λόγο τῆς καρδίας.

[Μᾶς βεβαιώνουν οἱ νηπτικοί Πατέρες γιά τόν τόπο τῆς καρδίας, ὡς τόπο τῆς παρουσίας τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου, ὡς τόπο τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐκεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα ἔχει λόγο καὶ φανερώνεται ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ. Ἐάν, λοιπόν, μπορέσουμε νά κάνουμε αὐτήν τή σύνδεση τοῦ λόγου τῆς καρδίας μέ τόν λόγο τοῦ νοός καί καταφέρουμε νά ὑποτάξουμε τόν λόγο τοῦ νοός στόν λόγο τῆς καρδίας, ὥστε ὁ νοῦς νά λογᾶται καρδιακῶς, τότε βρισκόμαστε σέ μία ἐντελῶς ἄλλη διάσταση ζωῆς. Σ᾿ αὐτήν τή διάσταση ὑπάρχει ἡ κατανόηση τῆς κατάστασης τῶν Ἁγίων καί ἡ σχέση μας μαζί τους. Καὶ αὐτό εἶναι οἱ Ἅγιοι, γιατί ὑπάρχουν συνεχῶς σ᾿ αὐτήν, στήν ἄλλη διάσταση ζωῆς, στὴν ἐν Χριστῷ ζωή.
Στό παιχνίδι αὐτὸ τοῦ ἀφήματος στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Παναγίας μας, στὶς πρεσβείες τῶν Ἁγίων, ὑπάρχουμε μέ τόν τρόπο πού δηλώνει ἡ φράση τοῦ ἀποστόλου Παύλου, «εἴτε ἐν σώματι, εἴτε ἐκτός σώματος, οὐκ οἶδα». Αὐτό εἶναι τό «ἱερό» παιχνίδι μας, καί σ᾿ αὐτό μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός ὅταν μᾶς προτείνει νά γίνουμε παιδιά - «ἐάν μή στραφῆτε καί γένησθε ὡς τά παιδία, οὐ μή εἰσέλθητε εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ματθ. ιη΄ 3)].

Ἄς τό θελήσουμε, ἄς τό τολμήσουμε καί ἄς παρακαλέσουμε τούς ἁγίους μας καὶ ἰδιαιτέρως τοῦ ἁγίου ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου ποὺ ἑορτάσαμε σήμερα καὶ ὁ ὁποῖος μᾶς προτρέπει «νὰ ἀγαπήσουμε Κύριον τὸν Θεὸν ἐν ὅλη καρδία, ἐν ὅλη ψυχῇ, ἐν ὅλη διανοία» (Ματθ. κβ΄ 37), νά μεσιτεύσουν νά τύχουμε αὐτῆς τῆς εὐλογημένης καταστάσεως τῆς ἄλλης προοπτικῆς. Γένοιτο!
Μετὰ τὸ τἐλος, ἐδόθη λόγος στοὺς λίγους παρευρισκομένους καὶ μὲ τὴν συζήτηση διευκρινίσθη ὅτι οἱ Ἅγιοι οὐσιαστικὰ φανερώνονται χάριτι Θεοῦ καὶ πρωτίστως γνωρίζονται στὰ παιδιὰ ποὺ ἀγαπάει ὁ Θεὸς, στοὺς ἀγαθοὺς, τοὺς ἁπλούς, τοὺς πιστεύοντας στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ ἔλεός Του, σ’αὐτοὺς ποὺ πάσχουν τὰ θεῖα, σ’ αὐτοὺς ποὺ ἀφήνονται καὶ μετέχουν στὸ ἱερὸ «παιχνίδι» τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, σ’ αὐτοὺς ποὺ θέλουν, ποὺ τολμοῦν, ποὺ παρακαλοῦν νὰ τύχουν αὐτῆς τῆς «ἄλλης προοπτικῆς», νὰ ἀγαπήσουν τὸν Θεὸν ἐξ ὅλης ψυχῆς, ἐξ ὅλης καρδίας, ἐξ ὅλης διανοίας, ἐξ’ ὅλης δυνάμεως, καὶ τὸν πλησίον ὡς ἑαυτόν.

Καληνύχτα καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ οἱ πρεσβείες τῶν Ἁγίων μεθ’ ἡμῶν.

Ἐπιμέλεια-Διασκευή κειμένων π. Γεώργιος Καλαντζῆς