Ὑπάρχει ἕνα θαυμάσιο γεγονὸς ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Ὀνουφρίου, τὸν ὁποῖο ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας στὶς 12 Ἰουνίου:
Ὅταν ἦταν πολὺ μικρός, μπῆκε σ’ ἕνα Κοινόβιο, ἄγνωστο πῶς. Μεγάλος ἀνεχώρησε γιὰ τὴν ἔρημο, ὅπου ἔζησε 60 χρόνια χωρὶς νὰ δῆ ποτὲ ἄνθρωπο. Ἦταν γυμνός, ἀλλὰ ὁλόκληρο τὸ σῶμα του ἐκαλύπτετο ἀπὸ τὴν μακρυὰ γενειάδα του, ποὺ ἔφθανε μέχρι τὸ ἔδαφος, καθὼς καὶ ἀπὸ τὰ μαλλιά του καὶ τὶς μεγάλες τρίχες τοῦ ὅλου σώματος.
Τὸν μεγάλο αὐτὸ Ἅγιο τὸν ἀνακάλυψε ὁ Ὅσιος Παφνούτιος, στὸν ὁποῖον ἐδιηγήθη τὰ τῆς ὁσιακῆς καὶ ἐρημικῆς ζωῆς του.
Ὅταν λοιπὸν ἦταν πολὺ μικρός, 5-6 ἐτῶν, καὶ ζοῦσε στὸ Κοινόβιο, συνέβη τὸ ἐξῆς: Ὡς μικρὸς ποὺ ἦταν, ἔτρωγε συχνότερα ἀπὸ τοὺς ἄλλους πατέρες. Ὅταν πεινοῦσε, ἔτρεχε στὸν τραπεζάρη καὶ τοῦ ζητοῦσε ψωμί, ἐλιές, φροῦτα… Κάποτε ὅμως ὁ τραπεζάρης πρόσεξε ὅτι ἔπαιρνε συχνότερα ψωμὶ καὶ ἐξαφανιζόταν.
-Κάποιο ζωάκι θὰ ταΐζη, σκέφθηκε.
Αὐτὸ συνεχίσθηκε γιὰ καμμιὰ ἑβδομάδα.
-Ἂς πάω νὰ δῶ, εἶπε μέσα του ὀ τραπεζάρης, ποῦ τὰ πηγαίνει αὐτά, ποὺ τοῦ δίνω.
Πράγματι, τὸν παρακολούθησε καὶ τὸν εἶδε νὰ μπαίνη στὸ Καθολικὸ τῆς Μονῆς καὶ νὰ κλείνη πίσω του τὴν πόρτα.
Ἔτρεξε γρήγορα στὸ παράθυρο καὶ μ’ αὐτά, ποὺ εἶδε, γούρλωσαν τὰ μάτια του… Ὁ μικρὸς κουβέντιαζε μὲ τὸ Βρέφος Ἰησοῦς, ποὺ εὑρίσκετο στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Θεοτόκου, στὴν εἰκόνα τοῦ Τέμπλου!
-Σοῦ ἔφερα καὶ σήμερα ψωμάκι, ἔλεγε στὸν Χριστούλη, μιὰ καὶ δὲ Σὲ ταΐζει κανεὶς… οὕτε καὶ ἡ μαμά Σου…
Καὶ ἅπλωσε τὸ χέρι καὶ Τοῦ ἔδωσε μιὰ φέτα ψωμί…
Καὶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς, ποὺ ἦταν μικρὸ παιδάκι στὴν ἱερὴ εἰκόνα, ἅπλωσε τὸ χεράκι, πῆρε τὸ ψωμί… καί, ὅπως μάζεψε τὸ χεράκι Του μαζὶ μὲ τὸ ψωμάκι, ἐξαφανίσθηκε τὸ ψωμὶ μέσα στὴν εἰκόνα!...
Εὐθὺς ἀμέσως ὁ τραπεζάρης, μὲ τὴν ψυχὴ γεμάτη ἔκπληξι καὶ δέος, ἔτρεξε στὸν Ἡγούμενο καὶ τοῦ διηγήθηκε τί συνέβη. Τότε ὁ Ἡγούμενος τοῦ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ μὴν δώσουν τοῦ παιδιοῦ καθόλου ψωμί, ἀλλὰ ὅταν παρακλητικὰ θὰ ζητοῦσε, νὰ τοῦ λέγουν:
-Νὰ πᾶς νὰ ζητήσης καὶ νὰ σοῦ δώση ψωμὶ Ἐκεῖνος, τὸ Ὁποῖον μέχρι χθὲς ἐσὺ τάϊζες.
Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα, βλέποτας ὁ μικρὸς Ὀνούφριος ὅτι δὲν τοῦ δίδουν ψωμὶ καὶ τὸν στέλνουν νὰ ζητήση ἀπὸ Ἐκεῖνον, ποὺ μέχρι τότε ἔτρεφε, ἔτρεξε ἀμέσως στὴν Ἐκκλησία καὶ πηγαίνοντας μπροστὰ στὴν εἰκόνα εἶπε στὸν Χριστούλη:
-Χριστούλη μου, δὲν μοῦ δίνουν ψωμάκι καὶ μοῦ εἶπαν νὰ Σοῦ πῶ νὰ μοῦ δώσης ἀπὸ τὸ δικό Σου. Τώρα, ποῦ θὰ τὸ βρῆς Ἐσύ, δὲν ξέρω!
Καὶ -ὧ τοῦ θαύματος!- ἅπλωσε τὸ μικρό Του χεράκι τὸ Βρέφος Ἰησοῦς ἀπὸ τὴν ἀγκάλη τῆς Παναγίας Μητρός Του, καὶ τοῦ ἔδωσε ἕνα τεράστιο ψωμί, τόσο μεγάλο, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ τὸ σηκώση! Μοσχομύζε δὲ τόσο πολύ, ποὺ τὸ οὐράνιο αὐτὸ ἄρωμα ἁπλώθηκε ὄχι μόνο μέσα στὸν Ναό, ἀλλὰ καὶ σ’ ὅλο τὸ μοναστήρι καὶ στὸν γύρω τόπο.
Ἔκπληκτοι καὶ ἔκθαμβοι οἱ μοναχοὶ ἀπὸ τὰ γενόμενα, εἶδαν τὸν πενταετῆ Ὀνούφριο νὰ βγάζη τὸν τεράστιο ἄρτο ἔξω, μετὰ πολλοῦ πολλοῦ κόπου. Ἔτρεξαν δύο μοναχοὶ νὰ βοηθήσουν, ἀλλὰ ὁ οὐράνιος ἄρτος ἦταν καὶ παρέμενε ἀδαπάνητος. Εἶναι αὐτό, ποὺ λέγει βεβαιωτικὰ ἡ Ἐκκλησία μας στὴ Θεία Λατρεία: «Ὁ πάντοτε ἐσθιόμενος καὶ μηδέποτε δαπανώμενος».
Ἀπὸ τότε εὐλαβοῦντο πολὺ τὸν μικρὸν Ὀνούφριο, διότι ἐγνώριζαν πλέον ὅτι μὲ τὴν αὔξησι τῆς ἡλικίας του θὰ ηὑξάνετο καὶ ἡ ἁγιότης του. Θὰ ἐγίνετο ἕνας μεγάλος Ἅγιος… ὅπως καὶ ἔγινε…
Ἀπὸ τέτοιον ὅμοιο οὐράνιο ἄρτο ἐτρέφετο ὁ Ἅγιος Ὀνούφριος, ὅταν γιὰ ἑξῆντα ὁλόκληρα χρόνια ζοῦσε στὴν ἔρημο.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἐμπειρίες κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία» π. Στεφάνου Ἀναγνωστόπουλου.
Ἐπιμέλεια κειμένου: π. Κωνσταντῖνος Πασχάλης