Ὁ ἀείμνηστος Γέροντας τῆς Κολιτσοῦς, ὁ πνευματικὸς π. Διονύσιος, ρουμανικῆς καταγωγῆς, εἶχε ἔλθη εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος σὲ ἡλικία 17 ἐτῶν τὸ 1926.
Ἔζησε μὲ συνεχῆ εὐχαριστία καὶ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Σωτῆρα ὅλων μας Χριστὸ καὶ τὴν Παναγία μητέρα Του, γιὰ τὶς θεῖες εὐλογίες καὶ παρεμβάσεις ποὺ ἔζησε μέσα ἀπ’ ὅλα τὰ γεγονότα -τὰ εὔκολα, ἀλλὰ καὶ τὰ δύσκολα, παραμένοντας συνεχῶς λάτρης-ἐραστὴς τῆς προσευχῆς, τῆς ὑπακοῆς, τῆς συνέπειας, τοῦ καθήκοντος καὶ τοῦ κόπου.
Στὰ προσκυνήματα τῆς ἐνορίας στὸ Ἅγιον Ὄρος, πήγαμε ἀρκετὲς φορὲς στὴν Κολιτσοῦ καὶ διαπιστώναμε τὴν ἀγάπην καὶ τὸ ἐνδιαφέρον του, ὄχι μόνον στοὺς παρόντας, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλη τὴν ἐνορία.
Κάποιες ἀπὸ τὶς πνευματικὲς συμβουλὲς τοῦ Γέροντα
Ἡ καλύτερη προσευχὴ γίνεται τὴ νύχτα μετὰ ἀπὸ τὸν πρῶτο ὕπνο. Διότι τότε ὁ νοῦς εἶναι ξεκούραστος καὶ συγκεντρωμένος.
Ὅταν σηκωθῆς ἀπὸ τὸν ὕπνο, πρῶτα ἀπ’ ὅλα νὰ κάνης τρεῖς μετάνοιες στὸν Κύριο. Μετὰ μπορεῖς νὰ πλυθῆς κ.λπ.
Ὅταν δὲν ἔχης πολλὴ δουλειὰ στὸ ὅποιο διακόνημα, συγκεντρώσου εἰς τὸν ἑαυτό σου καὶ κάνε ἕνα κανόνα, γιὰ νὰ τὸν ἔχης ἕτοιμο, ὅταν δὲν θὰ μπορεῖς ἄλλη μέρα νὰ τὸν κάνης.
Ἂν ἔχης μία ἐντολὴ σὰν κανόνα καὶ δὲν μπορῆς γιὰ κάποιο λόγο νὰ τὴν ἐκπληρώσης κάποια μέρα, πρέπει νὰ τὴν κάνεις ἄλλη μέρα.
Νὰ μὴ δέχεσαι λογισμοὺς κατακρίσεως γιὰ τοὺς ἀδελφούς, ἀλλὰ νὰ αὐτομέμφεσαι ὅτι ἐσὺ εἶσαι ὁ πιὸ ἁμαρτωλὸς, ἐνῶ οἱ ἄλλοι πατέρες ἔχουν ἀρετὲς ποὺ ἐσὺ δὲν τὶς βλέπεις.
Ἂν στὸν κανόνα σοῦ ἔρθη κατάνυξη καὶ κατάσταση καλή, ἀκόμη καὶ ἂν τελειώσης τὰ κομποσχοίνια, μὴ σταματήσης τὴν εὐχὴ μέχρι νὰ φύγη ἀπὸ μόνη της αὐτὴ ἡ κατάσταση.
Νὰ μὴ λὲς τὴν εὐχὴ μὲ βεβιασμένη ἐσωτερικὴ κατάσταση, ἀλλὰ ὁ νοῦς σου νὰ εἶναι συγκεντρωμένος στὴν εὐχή. Τὴν αἴσθηση τῆς μετανοίας καὶ τὴν κατάνυξη νὰ τὶς περιμένης ἀπὸ τὸν Κύριο.
Ὅταν κάνης μικρὲς μετάνοιες, τὸ χέρι πρέπει νὰ φθάνη στὸ χῶμα. Ἂν δὲν μπορῆς, τοὐλάχιστον στὰ γόνατα. Ἂν δὲν μπορῆς νὰ κάνης μετάνοιες μεγάλες γιὰ κάποιο λόγο, νὰ κάνης διπλάσιες μικρές.
Ὅταν κάνης κομποσχοίνια περισσότερα ἀπ’ αὐτὰ ποὺ ἔχεις χρέος, τὰ παραπανήσια μὴν τὰ μετρᾶς.
Πάντοτε ἔχεις χρέος νὰ προσεύχεσαι γιὰ ὅποιους κάθε μέρα ἔρχεσαι σὲ ἐπικοινωνία, ἀπὸ ἕνα κομποσχοίνι.
Ὅταν προσευχώμαστε γιὰ τοὺς ἄλλους, δείχνουμε ἀγάπη. Καὶ «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί». Ἄμα βλέπη ὅτι ἐγὼ προσεύχομαι γιὰ σένα καὶ σὺ γιὰ μένα, θὰ πεῖ: «Ἂς τοὺς βοηθήσω καὶ τοὺς δύο». Καὶ ὅταν προσεύχεσαι γιὰ τοὺς κεκοιμημένους, πολὺ βοηθᾶς τὶς ψυχές τους.
Ἂν σὲ πολεμοῦν λογισμοὶ ἐκδικήσεως γιὰ κάποιον ἀδελφό, νὰ προσευχηθῆς γι’ αὐτόν, νὰ κάνης μερικὲς μετάνοιες γι’ αὐτὸν καὶ νὰ εὔχεσαι ὁ Θεὸς νὰ τοῦ δίνει μακροζωΐα καὶ ὑγεία.
Εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ προσευχώμαστε γιὰ τοὺς εὐεργέτες μας. Νὰ μὴ μένουμε χρεωμένοι στοὺς εὐεργέτες μας, ἀλλὰ νὰ ξεπληρώνουμε μὲ προσευχή.
Ὅταν σὲ φιλοξενήσουν κάνε ἕνα κομποσχοίνι γι’ αὐτούς, γιατὶ ἔκαναν κόπο· καὶ ἂν δὲν προσευχηθῆς γι’ αὐτοὺς μένεις μὲ χρέος.
Ὅταν φιλοξενῆσαι μαζὶ μὲ ἄλλους στὸ ἴδιο δωμάτιο καὶ δὲν μπορῆς νὰ κάνης τὸν κανόνα σου, πρέπει νὰ τὸν κάνης τὴν ἄλλη μέρα. Καλὰ εἶναι νὰ ἔχης κάνει μερικοὺς κανόνες ἀπὸ πρίν, καὶ ὅταν δὲν μπορῆς νὰ κάνης κανόνα, νὰ τὸν ἔχης ἐξασφαλισμένον ἀπὸ πρίν.
Ὅταν πήραμε τὸν Ἅγιο Γεώργιο στὴν Κολιτσοῦ, ἦταν ἐρείπιο. Πηγαίναμε καὶ φέρναμε ξύλα ἀπὸ τὴν Φιλοθέου μὲ τὴν βάρκα τραβώντας κουπί. Κάναμε δύο-τρία δρομολόγια τὴν ἡμέρα. Εἴχαμε εἰδικὰ σαμαράκια γιὰ τὴν πλάτη, γιὰ νὰ κουβαλᾶμε τὶς πέτρες. Ἀκολουθία οὔτε μία μέρα δὲν χάσαμε. Κάναμε 150 μετάνοιες καὶ 12 ἑκατοστάρια σταυρωτά. Τότε, ἅμα ἔλεγες στὸν Πνευματικὸ ὅτι δὲν ἔκανες τὸν κανόνα, δὲν σὲ κοινωνοῦσε».
Κουραζόμασταν πολύ, ἀλλὰ εἴχαμε χαρὰ μέσα μας, πολλὴ χαρά. Ἡ στέρηση καὶ ὁ ἀγώνας ποὺ κάναμε μᾶς ἔδινε χαρά.
Ἂν ὁ νοῦς σου εἶναι κουρασμένος, μπορεῖς νὰ ἀντικαταστήσης αὐτὰ ποὺ διαβάζεις ἢ προσευχήσου μὲ κομποσχοίνι. Ἡ Παράκληση τῆς Παναγίας ἕνα τριακοσάρι, οἱ Χαιρετισμοὶ Ἕνα τριακοσάρι, τὸ κάθισμα τοῦ Ψαλτηρίου ἕνα τριακοσάρι, ὁ κανόνας τοῦ φύλακα Ἀγγέλου ἕνα τριακοσάρι, ὁ κανόνας τοῦ Ἁγίου τῆς ἐνορίας σου καὶ τοῦ Ἁγίου τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα φέρεις ἕνα τριακοσιάρι. Ἂν θέλης νὰ κοινωνήσης καὶ δὲν ἔχης μαζί σου τὴν ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως, νὰ κάνης δέκα κομποσχοίνια ἑκατοστάρια. Ἀλλὰ εἶναι καλύτερα νὰ διαβάζης τὶς εὐχὲς.
Ὅταν κάθεσαι στὴν ἀκολουθία ἢ στὴν προσευχὴ καὶ βλέπης ὅτι νυστάζεις, σήκω. Δὲν εἶναι ἁμαρτία νὰ κάθεσαι, ἀλλὰ εἶναι ἁμαρτία νὰ κοιμᾶσαι. Γι’ αὐτὸ νὰ κάθεσαι, νὰ σηκώνεσαι, ἀλλὰ νὰ μένης ξύπνιος καὶ ν’ ἀκοῦς αὐτὰ ποὺ διαβάζονται σὰν νὰ τὰ διαβάζης ὁ ἴδιος.
Μὴν ἀφήνης τὸν ἀγῶνα σου. Ὅσο περισσότερο κόπο κάνουμε, τόσο πιὸ πολὺ μισθὸ θὰ ἔχουμε.
Ἂν μετὰ τὴν ἐξομολόγηση καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν Θεία Κοινωνία σοῦ συμβῆ κάτι σοβαρό, κάνε τὸν σταυρό σου καὶ πὲς: «Θεέ μου, συγχώρησόν με», καὶ κοινώνησε.
Κάθε βράδυ νὰ ἐξετάζης τοὺς λογισμούς σου, τί ἔκανες τὴν ἡμέρα, καὶ κάθε δύο ἑβδομάδες τὸ πολὺ νὰ ἐξομολογῆσαι ἐνώπιον Πνευματικοῦ.
Πρῶτα ἀπὸ ὅλα νὰ προσπαθῆς νὰ ἀποκτήσης ταπεινοφροσύνη. Ἂν κάποιος σοῦ πῆ κάτι, ἐσὺ πὲς «Ὤ, μόνο αὐτό; Ἐγὼ εἶμαι πολὺ πιὸ ἁμαρτωλός, εἶμαι καὶ τέτοιος καὶ τέτοιος». Ὅταν ἀποκτήσης ταπεινοφροσύνη, τότε ἀπὸ τὶς βρισιὲς θὰ αἰσθάνεσαι χαρὰ. Ὅταν ἔχης ταπείνωση, τότε ὁ Θεὸς δίδει τὴν χάρι Του. Στὴν καρδιὰ ἔρχεται οὐράνια χαρά. Τότε ὁ Κύριος βοηθᾶ σὲ ὅλα.
Περισσότερο μᾶς ἐμποδίζουν δύο πράγματα: τὸ «ἐγὼ» καὶ τὸ «γιατί». Ὅταν τὰ ἔχουμε αὐτά, τότε ἡ προσευχή μας εἶναι ἄκαρπη καὶ εἰρήνη δὲν ἔχουμε. Κάνε ὅ,τι σοῦ ποῦνε. Αὐτὸς ποὺ διατάζει ἔχει καὶ τὴν εὐθύνη· ἐνῶ ἐσὺ θὰ ἀποκτήσεις εἰρήνη καὶ οὐράνια στεφάνια, ἂν σὲ μαλώνουν ἄδικα.
Νὰ ἔχης ὑπακοὴ σὲ ὅλους. Ἂν σοῦ ποῦνε νὰ κάνης κάποια δουλειά, νὰ μὴν ἀντιλογήσης. Ἔτσι θὰ φυλάξεις καὶ τὴν ἐσωτερική σου εἰρήνη καὶ τὴν εἰρήνη τῶν ἄλλων. Δὲν πρέπει νὰ γίνωνται σκάνδαλα.
Ἡ ὑπομονὴ πάντοτε κερδίζει. Τίποτε καλὸ δὲν γίνεται γρήγορα. Γι’ αὐτό, πάντοτε ὑπομονή. Ὅταν ἔχης ὑπομονή, ὁπωσδήποτε κερδίζεις.
Γιὰ νὰ ἀποφύγης τὸν μετεωρισμό, ἂν ἔχης νὰ κάνης πολλὰ πράγματα, ἐκ τῶν προτέρων νὰ ὁρίζης (νὰ προγραμματίζης)· τώρα θὰ κάνω μία ὥρα αὐτά, μετὰ δύο ὧρες τὸ ἄλλο κ.ο.κ.
Αὐτὸ ποὺ βλάπτει περισσότερο τὸ νέο εἶναι ὁ πολὺς ὕπνος. Πιὸ πολὺ καὶ ἀπὸ τὸ πολὺ φαγητό.
Καλύτερα νὰ ξεκουράζεσαι καὶ τὴ νύχτα καὶ τὴν ἡμέρα. Τῆ νύχτα νὰ κοιμᾶσαι τρισήμισι-τέσσερις ὧρες καὶ τὴν ἡμέρα νὰ βρῆς μία ὥρα νὰ ξεκουραστῆ τὸ σῶμα.
Ὁ βασιλικὸς δρόμος γιὰ τὸν ὕπνο εἶναι τέσσερις ὧρες τὴ νύχτα καὶ δύο τὴν ἡμέρα.
Γιὰ νὰ θυμᾶσαι αὐτὰ ποὺ διάβασες σὲ κάποιο βιβλίο, ὅταν ξαπλώνεις νὰ κοιμηθῆς, προσπάθησε νὰ θυμηθῆς τί διάβασες.
Ὅταν κατακρίνης, νὰ ξέρης ὅτι θὰ σοῦ ἔρθει διπλάσιος σαρκικὸς πόλεμος. Δὲν ἔχουμε καμμία ὠφέλεια ἀπὸ τὴν κατάκριση.
Ποτὲ νὰ μὴν κατηγορῆς τὸ σπιτικό σου μπροστὰ σὲ ξένους.
Νὰ μὴ φύγης ἀπὸ τὴν ὅποια εὐθύνη σου – καθῆκον σου. Μετὰ ἀπὸ χρόνια θὰ λές: «Καλὰ ποὺ δὲν ἔφυγα καὶ ἔμεινα συνεπὴς στὴν ὅποια εὐθύνη μου.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἀπὸ τὴν ἀσκητικὴ καὶ ἡσυχαστικὴ Ἁγιορειτικὴ Παράδοση».
Ἐπιμέλεια κειμένου: π. Γεώργιος Καλαντζῆς.