Νοέμβριος 2024
Όσοι είναι φίλοι του Θεού, όσοι έχουν κλείσει μέσα τους τον Κύριο σαν ένα πολύτιμο θησαυρό, δέχονται με πολλή χαρά τις βρισιές και τις ατιμίες, και αγαπούν με καθαρή καρδιά, σαν ευεργέτες, αυτούς που τους αδικούν.
Ο Χριστός, ο αναμάρτητος, ραπίσθηκε άδικα από ένα δούλο, κι έτσι έγινε το πρότυπο όλων μας στην ανεκτικότητα, τη μεγαλοψυχία και τη μακροθυμία. Αλλά μόνο ραπίσθηκε; Αν πάρουμε από την αρχή τα γεγονότα της ένσαρκης οικονομίας Του, θα δούμε πως αυτή δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά μια αλυσίδα ταπεινώσεων και εξευτελισμών.
Πρώτα-πρώτα ο Κύριος, όντας Θεός, καταδέχθηκε να έρθει στη γη, «μορφήν δούλου λαβών», και να ζήσει ανάμεσά μας σαν ένας άσημος και φτωχός «τέκτονος υιός». Μέχρι τα τριάντα Του χρόνια βοηθούσε τον άγιο Ιωσήφ στο ταπεινό επάγγελμα του ξυλουργού. Ύστερα, όσο κήρυττε και θαυματουργούσε, υπέμεινε το διασυρμό, τη συκοφαντία και τις επιβουλές των Φαρισαίων και Γραμματέων. Και τέλος, πιάστηκε, χλευάσθηκε, μαστιγώθηκε, ραπίσθηκε και σταυρώθηκε.
Διαβάστε περισσότερα: Υπάρχει τρόπος να υπομένουμε τους πειρασμούς;
Δὲν νοεῖται χριστιανικὴ ζωὴ χωρὶς ἄσκηση καὶ νηστεία. Αὐτὸ μᾶς ἀποκαλύπτει ἡ ζωὴ τῶν Ἁγίων καὶ αὐτὸ πιστεύει καὶ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας, θεωρώντας τὴ νηστεία ὡς ἕναν ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς καὶ ἀρχαιότατους θεσμούς της.
Ὅμως, ὅπως καὶ ἄλλοι θεσμοὶ τῆς Ἐκκλησίας, ἔτσι καὶ ἡ νηστεία, ἰδιαίτερα στὶς μέρες μας, κινδυνεύει νὰ χάσει τὸ νόημά της ἢ νὰ περιέλθει σὲ ἀχρησία, διότι δὲν ἔχουμε πάντοτε τὴν ἀπαραίτητη ἐπίγνωση γιὰ τὴ βαθύτερη σημασία της καὶ ἔτσι ἡ τήρηση τῆς νηστείας ἐκπίπτει σὲ μία τυπικὴ πράξη ποὺ δὲν ἀνταποκρίνεται στὸ βαθύτερο περιεχόμενο, τὸ ὁποῖο προσέδωσε στὸ θεσμὸ τῆς νηστείας ἡ πίστη καὶ ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ λέξη νηστεία εἶναι σύνθετη καὶ προέρχεται ἀπὸ τὸ ἀρνητικὸ μόριο νὴ καὶ τὸ ρῆμα ἐσθίω, ποὺ σημαίνει τρώγω. Νῆστις –ἡ πρώτη λέξη ποὺ δημιουργήθηκε– σημαίνει αὐτὸς ποὺ δὲν ἐσθίει, δὲν τρώει. Ἀπὸ τὴ λέξη αὐτή, στὴ συνέχεια, προῆλθε τὸ ρῆμα ‘νηστεύω’ καὶ τὸ ἀφηρημένο οὐσιαστικὸ ‘νηστεία’ καὶ ἡ διάκριση τῶν διαφόρων τροφῶν σὲ νηστήσιμες καὶ ἀρτυμένες ἢ ἀρτύσιμες.
Ὀκτώβριος 2024
Οἱ Μάρτυρες κατέχουν τὴν πρωτοπορία στὴ χορεία τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, διότι ἔδωσαν τὴ μαρτυρία τους γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ τὴν ἐπισφράγισαν μὲ τὸ μαρτύριό τους. Ἀντάλλαξαν τὴ ζωή τους μὲ τὴν πίστη στὸν ἀληθινὸ Θεό, δίνοντας ἔμπρακτα τὸ παράδειγμα τοῦ πιὸ μεγάλου ἡρωισμοῦ στὴν ἱστορία τοῦ κόσμου, ἀψηφώντας τοὺς φρικτοὺς διωγμοὺς τῶν εἰδωλολατρῶν.
Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι καὶ ὁ Μεγαλομάρτυς ἅγιος Δημήτριος. Γεννήθηκε καὶ ἔζησε στὴ Θεσσαλονίκη στὰ χρόνια τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284-304) καὶ Μαξιμιανοῦ (286-305), σὲ μιὰ ἐποχὴ ἐξαιρετικὰ δύσκολη γιὰ τὴν Ἐκκλησία, διότι στὰ χρόνια αὐτὰ εἶχαν ξεσπάσει οἱ φοβερότεροι διωγμοὶ κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὅπου ὁλόκληρα νέφη Μαρτύρων ἔχυσαν τὸ αἷμα τους γιὰ τὴν πίστη τους στὸ Χριστό. Ἀπὸ τοὺς πιστοὺς γονείς του κληρονόμησε βαθιὰ εὐσέβεια. Ἡ ἀξιόλογη μόρφωσή του τὸν ἀνέδειξε καὶ δάσκαλο τῆς χριστιανικῆς πίστης. Οἱ γνώσεις του καὶ προπαντὸς τὸ λαμπρό του παράδειγμα ἕλκυε πλῆθος εἰδωλολατρῶν στὴ σώζουσα πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Ὡς ἔφηβος κλήθηκε νὰ ὑπηρετήσει στὸ ρωμαϊκὸ στρατό. Θεώρησε, ὅμως, καθῆκον του νὰ κάνει γνωστὸ στὸ νέο περιβάλλον τὸν Σωτῆρα Χριστό, ὡς τὸν ἀληθινὸ Θεό. Ὁ ἐνθουσιασμός του καὶ τὸ λαμπρὸ παράδειγμά του μετέστρεψαν πλῆθος στρατιωτῶν στὴ νέα πίστη. Αὐτὸ ὅμως δὲν κράτησε πολύ.