Γιορτάζουμε κάθε χρόνο στὶς 28 Ὀκτωβρίου τὴν ἑορτὴ τῆς Ἁγίας Σκέπης καὶ γιὰ τὴν γιορτὴ αὐτὴ συμβαίνει αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος γιὰ τὶς μεγάλες γιορτὲς τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι πολλοὶ γιορτάζουν τὶς μεγάλες γιορτές, ξέρουν τὸ ὄνομά τους, δὲν ξέρουν ὅμως τὸ βαθύτερο νόημά τους, οὔτε τὸ μήνυμα ποὺ θέλει νὰ ἐξαγγείλει ἡ Ἐκκλησία μας μέσω τῶν ἑορτῶν αὐτῶν.
Ἡ ἑορτὴ τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Θεοτόκου ἡ ὁποία τελοῦταν ἀπὸ παλαιοτάτων χρόνων τὴν 1η Ὀκτωβρίου, ἦταν ἀνάμνηση τοῦ θαύματος τὸ ὁποῖο εἶδε ὁ ὅσιος Ἀνδρέας. Κατὰ τὴ διάρκεια μιᾶς ἀγρυπνίας στὸ παρεκκλήσι τῆς «Ἁγίας Σοροῦ» τοῦ ναοῦ τῶν Βλαχερνῶν στὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ ὅσιος Ἀνδρέας εἶδε τὴν Θεοτόκο νὰ προχωράει ἀπὸ τὶς βασιλικὲς πύλες πρὸς τὸ Ἅγιο Θυσιαστήριο ἀνάμεσα σὲ λευκοφόρους Ἁγίους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ξεχώριζαν ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Ὅταν ἔφτασε στὸ θυσιαστήριο γονάτισε καὶ προσευχόταν γιὰ πολλὴ ὥρα, κλαίγοντας καὶ παρακαλῶντας τὸν Υἱό Της γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου. Ὅταν ὁλοκλήρωσε τὴν δέησή Της, ἔβγαλε ἀπὸ τὸ κεφάλι Της τὸ ἀστραφτερὸ μαφόριο, ποὺ φοροῦσε καὶ μὲ μία κίνηση τὸ ἅπλωσε σὰν σκεπὴ ἐπάνω ἀπὸ τὸ ἐκκλησίασμα. Ἔτσι ἁπλωμένο τὸ ἔβλεπε γιὰ ἀρκετὴ ὥρα ὁ ὁσιος Ἀνδρέας μαζὶ μὲ τὸν Ἐπιφάνιο, ποὺ τὸν συνόδευε. Ὅσο φαινόταν ἐκεῖ ἡ Θεοτόκος, φαινόταν καὶ ἡ ἱερὴ ἐσθῆτα νὰ σκορπίζει τὴ Χάρη της. Ὅταν ἐκείνη ἄρχισε νὰ ἀνεβαίνει πρὸς τὸν οὐρανό, ἄρχισε καὶ ἡ Ἁγία Σκέπη νὰ μαζεύεται καὶ σιγὰ – σιγὰ νὰ χάνεται. Τὸ ἱερὸ αὐτὸ μαφόριο ποὺ φυλασσόταν ἐκεῖ συμβόλιζε τὴν χάρη καὶ τὴν προστασία ποὺ παρέχει ἡ Παναγία στοὺς πιστούς.
Αὐτὸ εἶναι τὸ γεγονὸς τὸ ὁποῖο στάθηκε ἀφορμὴ ἡ Ἐκκλησία μας νὰ καθιερώσει τὴν γιορτὴ τῆς Ἁγίας Σκέπης, δηλαδὴ τὴ γιορτὴ πρὸς τιμὴ τῆς Παναγίας, ἡ ὁποία σὰν τὴ φωτοφόρο νεφέλη ποὺ σκέπαζε τὴ μέρα καὶ φώτιζε τὴ νύχτα τοὺς Ἰσραηλίτες στὴν ἔρημο, σκέπει καὶ προστατεύει τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ καὶ φωτίζει τοὺς πιστοὺς στὸ δρόμο γιὰ τὴν τελείωση. Πῶς μᾶς σκεπάζει καὶ πῶς μᾶς προστατεύει ἡ Παναγία μας; Μὲ τὶς προσευχές Της, μὲ τὶς παρακλήσεις Της καὶ μὲ τὰ δάκρυά Της.
Ἐμεῖς, οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες ζήσαμε προσφάτως μιὰ ἀκόμη ὁμόθυμη προσφυγή μας στὴν προστασία τῆς Παναγίας μητέρας μας, τότε ποὺ μιὰ μεγάλη δύναμη ἀπείλησε τὴν πατρίδα καὶ τὴν ἐλευθερία μας. Ἀναφερόμαστε στὸν πόλεμο τοῦ 1940, τὴ νικηφόρο ἔκβαση τοῦ ὁποίου ἡ συνείδηση σύμπαντος τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀποδίδει πρωτίστως στὴν Ὑπερμάχο Στρατηγό, ἡ ὁποία, σύμφωνα μὲ μαρτυρίες πολεμιστῶν, περιέσκεπαι τὶς Ἑλληνικὲς μεραρχίες καὶ τὶς προστάτευε ἀπὸ τὶς προσβολές τῶν ἐχθρῶν.
Λίγα χρόνια μετὰ ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ ἔπος, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Σπυρίδων Βλάχος – ὁ ἀπὸ Ἰωαννίνων – ἐκφράζοντας τὰ αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης τῶν ἁπανταχοῦ Ἑλλήνων πρὸς τὴ Θεοτόκο, ποὺ γλύτωσε τὴν Πατρίδα μας ἀπὸ τὰ ἐπαπειλούμενα κακά, ἔκρινε εὔλογο καὶ συνεπὲς πρὸς τὴν ἑνιαία Βυζαντινὴ καὶ τὴν ὕστερη νεοελληνικὴ Παράδοση, ὁ ἑορτασμὸς τοῦ ἱστορικοῦ «ΟΧΙ» τῆς 28ης Ὀκτωβρίου, νὰ προσλάβει κι ἕναν θρησκευτικὸ χαρακτῆρα. Εἰσηγήθηκε λοιπόν – ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Σπυρίδων – τὸ ἔτος 1952, καὶ ἡ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὁμοφώνως ἐπικρότησε τὴν πρότασή του, ὅπως ἀπὸ τὸ ἔτος ἐκεῖνο ἡ ἑορτὴ τῆς Ἁγίας Σκέπης, ἀντὶ τῆς 1ης Ὀκτωβρίου, νὰ ἑορτάζεται τὴν 28η τοῦ αὐτοῦ μηνός, συνδυασμένη πρὸς τὴν ἐθνική μας ἑορτή.
Εἶναι βέβαιο ὅτι ἡ Παναγία Μητέρα δὲν προσευχήθηκε καὶ δὲν ἔκλαψε μόνο τότε, πρὶν χίλια τόσα χρόνια, στὸ ναὸ τῶν Βλαχερνῶν, ἀλλὰ προσεύχεται καὶ κλαίει σὲ κάθε ἐποχὴ καὶ σὲ κάθε τόπο, μέχρι τὰ τέλη τῶν αἰώνων. Τὸ ἱερὸ πέπλο της τὸ ἀπλώνει μὲ ἀγάπη καὶ συμπάθεια καὶ σκεπάζει κάθε γενιὰ ἀνθρώπων σὲ κάθε τόπο. Ἡ Θεοτόκος, λοιπόν, εἶναι «ἡ σκέπουσα ἡμᾶς καὶ συμμαχοῦσα ἀοράτως». Εἶναι ἡ σκέπη τοῦ κόσμου, ἡ πλατυτέρα τῆς νεφέλης, στὴ δύσβατη ἔρημο αὐτῆς τῆς ζωῆς καὶ στοὺς σκοτεινοὺς δρόμους τῆς ἱστορίας, ἡ Θεοτόκος δίνει καινούργιο προσανατολισμὸ στὸν περιπλανώμενο ἄνθρωπο. Αὐτὴ σκέπαζε πάντοτε, ἀλλὰ καὶ σκεπάζει ἕως σήμερα μὲ τὴν κραταιὰ καὶ ὁλοφώτεινη σκέπη Της τὴν πολύπαθη πατρίδα μας. Ἀλλὰ, ἐνῶ ἡ προσευχὴ ἔχει τεράστια δύναμη, ἐνῶ εἶναι ἀναγκαῖα ὅσο ἑνάρετοι κι ἂν εἴμαστε, χρειάζεται μιὰ προϋπόθεση γιὰ νὰ καρποφορήσει. Καὶ ἡ προϋπόθεση εἶναι νὰ προσπαθοῦμε κι ἐμεῖς· ν’ ἀγωνιζόμαστε· νὰ μετανοοῦμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας· νὰ βιάζουμε τὸν ἑαυτό μας πρὸς ἐξάσκηση τῆς ἀρετῆς. Ἡ ἁγιότητα δὲν μεταδίδεται κατὰ μαγικὸ τρόπο· ἀπαιτεῖ καὶ ἐνεργὸ προσπάθεια ἐκ μέρους μας.
Ἐπιλογὴ καὶ ἐπιμέλεια κειμένου: Πρωτοπρ. Σάββας Γεωργιάδης
Ὀκτώβριος 2023