Ἰούλιος 2024

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος, κατὰ κόσμον Νικόλαος, «ὁ πολὺς ἐν σοφία, ὁ μέγας ἐν ἀρεταῖς καὶ ὁ περιφανὴς διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας», γεννήθηκε στὴ Νάξο τὸ 1749 ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς. Πρῶτος του δάσκαλος ἦταν ὁ ἱερέας τοῦ χωριοῦ. Ὁ μικρὸς Νικόλαος παρακολουθοῦσε τὶς ἀκολουθίες, μάθαινε τοὺς ἱεροὺς ὕμνους καὶ μετεῖχε στὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.


Ὁ Θεὸς τὸν εἶχε προικίσει μὲ ἰδιαίτερη χάρη, μοναδικὴ ἀφομοιωτικὴ ἱκανότητα καὶ ἐξαιρετικὴ μνήμη. Οἱ γονεῖς του, ὁ δάσκαλος του καὶ ὁ τότε Ἐπίσκοπος τῆς Νάξου Ἄνθιμος διέκριναν τὴν μοναδικὰ προικισμένη φύση του καὶ φρόντισαν στὰ 16 του χρόνια νὰ συνεχίσει εὐρύτερες σπουδὲς στὴν Εὐαγγελικὴ Σχολὴ τῆς Σμύρνης, πνευματικὸ ἵδρυμα πανεπιστημιακοῦ ἐπιπέδου μὲ τὰ σημερινὰ δεδομένα, μὲ ξακουστοὺς διδασκάλους. Πλέον τῶν γενικώτερων γνώσεών του, ἔγινε βαθὺς γνώστης τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, ποὺ τὸν βοήθησε νὰ κάνει προσιτοὺς τοὺς θησαυροὺς τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας παραδόσεως.

Μετὰ 4 χρόνια σπουδῶν ἐπιστρέφοντας στὴν πατρίδα του Νάξο κοντὰ στοὺς γονεῖς του καὶ τὸν προστάτη του Μητροπολίτη, γνώρισε τρεῖς ἁγιορεῖτες μοναχούς, τὸν Γρηγόριο, τὸν Νήφωνα καὶ τὸν Ἀρσένιο ποὺ, ἐξ αἰτίας τοῦ Κολυβαδικοῦ ζητήματος, ἀναγκάστηκαν νὰ φύγουν καὶ κατέφυγαν στὴ Νάξο καὶ διὰ μέσου αὐτῶν συνεδέθη καὶ μὲ τὸν ἐπίσκοπο Κορίνθου Μακάριο Νοταρᾶ καὶ τὸν γέροντα Σίλβεστρον, ἄπαντες κολυβάδες.
Τὸ κίνημα τῶν κολυβάδων ἦτο ἀντίδραση ἐνάντια στὶς ἐπιδράσεις τῆς Δυτικῆς Θεολογίας στὸν ὀρθόδοξο κόσμο, καὶ ἐνάντια στὸ πνεῦμα τοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ τῆς ἐκκοσμικεύσεως, καὶ συγχρόνως προσπάθεια βίωσης καὶ φανέρωσης τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως.

Οἱ γνωριμίες του αὐτές ἦταν τὰ ὄργανα τῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν νεαρὸ Νικόλαο, διότι συνέβαλλαν εἰς τὸ νὰ γίνη μοναχός, νὰ ἀνακοινώσει τὴν ἀπόφασή του στὴ μητέρα του καὶ τὸν Ἐπίσκοπό του καὶ μὲ τὶς εὐχές τους, τὸ 1775 νὰ φύγει γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος.
Τώρα ἀρχίζει νέα περίοδος στὴ ζωή του, αὐτὴ ποὺ θὰ τὸν ἀναδείξει 'Aγιο γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ σπουδαία μορφὴ γιὰ τὸ Γένος. Τὸ πλοῖο ποὺ τὸν μετέφερε ἀπὸ τὴ Νάξο τὸν ἀποβίβασε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Διονυσίου, στὴν ὁποία ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Νικόδημος.

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἐμφανίζεται στὸ προσκήνιο σὲ μιὰ ἐποχὴ δύσκολη, ποὺ μοιάζει μὲ τὴν ἐποχή μας, ποὺ ὁ Ὀρθόδοξος λαὸς μας βρίσκεται σὲ δυσχερῆ θέση. Τότε μέν, ἡ φτώχεια, ἡ ἀμάθεια καὶ ἡ καταπίεση ὁδηγοῦσαν στόν ἐξισλαμισμὸ καὶ οἱ ξένοι μισιονάριοι, ἀλλὰ καὶ οἱ σπουδαγμένοι ἀπὸ τὴν Ἑσπερία, προπαγάνδιζαν τὸν ἀγνωστικισμὸ καὶ τὴν ἀθεΐα, σήμερα δὲ, ἡ ἀποστασία καὶ ἡ ἐκκοσμίκευση, ὁδηγοῦν εἰς τὸν μαρασμὸν καὶ τὴν ἀπογοήτευση.
Κατανοεῖ ὅτι ὁ λαὸς κινδυνεύει νὰ ἐξισλαμισθεῖ ἤ νὰ φραγκέψει, ὄχι τόσο γιατὶ βρίσκεται μέσα στὴν ἀνέχεια, ὅσο γιατὶ δὲν γνωρίζει σὲ βάθος τὴν πίστη του, ἀλλὰ ἐνστικτωδῶς καὶ ἐκ παραδόσεως ἁπλῶς διατηρεῖ τὰ ἐξωτερικὰ μόνον καὶ αὐτὰ νοθευμένα.

Ξέρει ὅτι ἡ Ἀλήθεια καὶ οἱ κίνδυνοι δὲν ἀλλάζουν μὲ τὶς ἐποχές. Μόνο ἡ ἔκφραση καὶ ἡ ὁρολογία μεταβάλλονται. Ἔτσι, ἀναλαμβάνει νὰ φωτίσει τὸν λαὸ μὲ Πατερικὰ κείμενα καὶ μὲ τὰ βιβλία του, ὅπως ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, μὲ τὸ κήρυγμα καὶ τὴν ἵδρυση σχολείων.
Τὸ 1782 ἐκδίδει τὸ χειρόγραφο τῆς «Φιλοκαλίας» καὶ τὸ 1783 τὸν «Εὐεργετινό».

Μέσα στὴ μέριμνά του γιὰ τὴν πνευματικὴ τροφοδοσία τοῦ δοκιμαζόμενου λαοῦ μας, ἐπεξεργάζεται τὸν «Συναξαριστὴ τοῦ ἐνιαυτοῦ», τὸ «Νέον Ἐκλόγιον» καὶ τὸ «Νέον Μαρτυρολόγιον», φροντίζοντας ἀφ’ ἑνὸς ἡ πληθώρα τῶν ἁγίων νὰ ἐκτείνεται σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες καὶ νὰ περιλαμβάνει ὄχι μόνον ἁγίους ἀπὸ ἐπισκόπους, κληρικούς, μοναχοὺς, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ λαϊκοὺς ποικίλων ἐπαγγελμάτων καὶ κοινωνικῶν θέσεων, γιὰ νὰ ἀποδεικνύει στὸν καθένα τὸν δρόμο πρὸς τὴν ἁγιότητα καὶ ἀφ’ ἑτέρου γιὰ νὰ προτρέπει τοὺς πιστοὺς νὰ παραμείνουν ἀμετακίνητοι στὴν πίστη, μιμούμενοι τοὺς Νεομάρτυρες.

Ἡ ἀγάπη του πρὸς τοὺς Ἁγίους καὶ ἡ μέριμνά του γιὰ τὴ διάδοση τῆς τιμῆς τους στὸν Ὀρθόδοξο κόσμο τὸν ὁδηγεῖ νὰ συνθέσει πλῆθος Ἀκολουθιῶν (γύρω στὶς 60) καὶ νὰ συμπληρώσει ἤδη ὑπάρχουσες.
Γιὰ νὰ βοηθήσει ἐξομολόγους καὶ ἐξομολογουμένους, συντάσσει καὶ ἐκδίδει τὸ 1794 τὸ «Ἐξομολογητάριον», μὲ συμβουλὲς καὶ γιὰ τοὺς δὺο.
Στὴ μέριμνά του γιὰ τὴν πνευματικὴ καλλιέργεια τῶν πιστῶν, ἐπεξεργάζεται καὶ βιβλία ἄλλων συγγραφέων, ὅπως τὸ «Περὶ συνεχοῦς θείας μεταλήψεως» τοῦ Νεοφύτου Καυσοκαλυβίτη καὶ τὰ «Πνευματικὰ γυμνάσματα» καὶ τὸν «Ἀόρατο πόλεμο», τὰ ὁποῖα ἀνακάλυψε ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Νοταρᾶς καὶ ὀρθοδοξοποίησε ὁ Ἅγιος Νικόδημος.

Ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου ζωογόνησε καὶ ζωογονεῖ καὶ σήμερα, ὄχι μόνο τὸν ἑλληνικὸ λαὸ μὲ τὰ καθάρια νάματα τῆς ὀρθοδόξου Παραδόσεώς μας, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο. Ἡ Φιλοκαλία, ποὺ μεταφράστηκε ἀπὸ τὸν ἅγιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκι καὶ διαδόθηκε σὲ λίγα χρόνια στὴ Μολδαβία καὶ στὴ Ρωσία, ἄλλαξε ἄρδην τὴν πνευματικὴ ζωὴ τῶν ἀπανταχοῦ ὀρθοδόξων.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι, ἀναμένουν καὶ τὴν προσωπικὴ ἀναφοράν μας διὰ νὰ ἐνεργοποιοῦνται οἱ πρεσβεῖες των.

Ἐπιμέλεια κειμένων: Πρωτοπρ. Γεώργιος Καλαντζῆς
Ἰούλιος 2024