Ἡ μνήμη κάθε Ἁγίου εἶναι ἀφορμὴ καὶ πρόξενος χαρᾶς, εὐλογίας καὶ πνευματικῆς ὠφέλειας. Ὅπως ὅταν μέσα στὴ νύχτα ἀνάψουμε μιὰ λαμπάδα φεύγει τὸ σκοτὰδι, ἔτσι καὶ μέσα στὴ ψυχή μας ὅταν τιμοῦμε τοὺς Ἁγίους.
Ὁ μῆνας Ἰούνιος καταυγάζεται ἀπὸ τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, μάλιστα τῶν πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παῦλου (29 Ἰουνίου). Δὲν πρόκειται περὶ μιᾶς ἁπλῆς ἑορτῆς, ὅπως συνήθως ἑορτάζουμε τὶς ὑπόλοιπες ἑορτὲς τῶν ἁγίων μας, δηλαδὴ νά θυμηθοῦμε τήν κατά Χριστόν πολιτεία τους καί στό μέτρο τῶν δυνατοτήτων μας νά τούς μιμηθοῦμε. Στόν ἐναγκαλισμό τῶν δύο ἀποστόλων, ὅπως τόν βλέπουμε στή γνωστή εἰκόνα τους, ἡ ᾽Εκκλησία μας πρόβαλε τή σύζευξη τῆς πίστεως καί τῶν ἔργων, μέ ἄλλα λόγια εἶδε τούς ἀποστόλους αὐτούς ὡς σύμβολο καί τύπο τῆς παραδόσεώς της.
Οἱ δύο μεγάλοι Ἀπόστολοι εἶναι καθοδηγητὲς ὅλων τῶν ἄλλων Ἀποστόλων, τῶν Ἁγίων, τῶν Μαρτύρων, Ἀρχιερέων, Διδασκάλων καὶ ὅλων τῶν χριστιανῶν. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος τοὺς χαρακτηρίζει ὡς τοὺς «ἀρχιτέκτονας τῆς εὐσεβείας καὶ τῆς ἀρετῆς, καθὼς προβάλλουν τὸν λόγο τῆς ζωῆς μέσα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ». Ἡ Ἐκκλησία μας πρὸς τοὺς δύο μεγάλους ἄνδρας της θὰ ἀποτίσει τὸν ὀφειλόμενο φόρο τῆς τιμῆς καὶ τῆς εὐγνωμοσύνης γιὰ τὴν ἀνυπολόγιστα μεγάλη συμβολή τους στὸ ἔργο τῆς διαδόσεως τῆς χριστιανικῆς πίστεως καὶ τῆς ἐδραιώσεως τῆς Ἐκκλησίας μας. Στὶς εἰκόνες των ζωγραφίζονται οἱ δύο Ἀπόστολοι νὰ κρατοῦν τὴν Ἐκκλησία, ποὺ συμβολικὰ εἰκονίζεται μὲ ἕνα μικρὸ βυζαντινὸ ναὸ.
Γιατὶ καὶ οἱ δύο αὐτοὶ Ἀπόστολοι ὑπῆρξαν πράγματι οἱ στύλοι καὶ οἱ ἀκρογωνιαῖοι λίθοι, ἐπάνω στοὺς ὁποίους οἰκοδομήθηκε τὸ ἱερὸ ἵδρυμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Καὶ συνημμένοι καὶ οἱ δύο σὲ μία ἑορτή, εἰκονισμένοι σὲ μία εἰκόνα, συμβολίζουν τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως, τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἀπετελέσθη ἀπὸ ἑτερογενὴ στοιχεῖα, τὴν περιτομή-τοὺς Ἑβραίους, πρὸς τοὺς ὁποίους ἐστράφη τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο τοῦ Πέτρου, καὶ τὰ ἔθνη-τοὺς εἰδωλολάτρες, γιὰ τὸν ἐκχριστιανισμὸ τῶν ὁποίων κοπίασε ὁ ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν, ὁ Παῦλος.
Ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἧταν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ πιστὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ. Ἧταν μάρτυρας σὲ ὅλα ὅσα εἶχαν συμβεῖ γύρω ἀπὸ τὸν Χριστό. ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τοῦ κηρύγματός Του. Ἀντίθετα, ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἧταν πρῶτα ἐχθρὸς τοῦ Χριστοῦ, ἧταν ἕνας ἀντίπαλος ποὺ δὲν πίστευε σ’ Αὐτὸν ὡς Μεσσία. Τὸν θεωροῦσε ψευδοπροφήτη. Δὲν βγῆκε νὰ διακυρήξει τὸ Εὐαγγέλιο, ἀλλὰ νὰ καταδιώξει τοὺς χριστιανοὺς. Λοιπὸν, τί ἔγινε μὲ τὸν ἕναν καὶ τί μὲ τὸ ἄλλον;
Ὁ ἀπόστολος Παύλος ἧταν διώκτης, ἀλλὰ καὶ μάρτυρας γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ μάλιστα μάρτυρας γιὰ κάτι πολὺ σημαντικὸ:τὸ γεγονὸς, ὅτι ἕνας ἄνθρωπος ποὺ πρῶτα δὲν πίστευε στὸ Χριστὸ, ποὺ Τὸν μισοῦσε, Τὸν καταδίωκε, μπορεῖ νὰ βρεθεῖ ξαφνικά, πρόσωπο μὲ πρόσωπο, μπροστὰ στὸν Ἀναστημένο Χριστό!
Περὶ τοῦ χρόνου τῆς τελετῆς τῆς Ἀναστάσεως
Χριστὸς Ἀνέστη καὶ ἀλλήλους περιπτυξώμεθα!
Δὲν ἔχει μεγάλη σημασία ἐὰν ἡ Ἀνάσταση ἔγινε στὶς 21:00 ἢ στὶς 24:00 ἢ στὶς 5:00 τὸ πρωΐ, ἀλλὰ ἐὰν ἡ Ἀνάσταση, γιὰ τὸν κάθε ἱερέα, γιὰ τὸν κάθε πιστό, ἦτο ἑορτὴ καὶ θεῖος ἔρως, τὸ γεγονὸς «τῆς ἄλλης βιοτῆς», τὸ ξεπέρασμα τοῦ ἀκριτικοῦ τραγουδιοῦ ποὺ παλεύει ὁ Διγενὴς-ὁ καθένας μας μὲ τὸ χάρο στὰ μαρμαρένια ἀλώνια.
Ἄν «Ἀνέστη Χριστὸς καὶ θάνατος κατήργηται» καὶ ἐπομένως καὶ κάθε φόβος καὶ κάθε διχογνωμία. Ἂς εἶναι γιὰ τὸν καθένα μας βίωμα «Αὔτη ἡ ἡμέρα ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος, ἀγαλλιασόμεθα καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ» γιὰ νὰ μὴν παραμένουμε «ἀνέορτοι καὶ ἀνέραστοι», παραπονούμενοι καὶ διχογνωμούμενοι, ὁπόταν καὶ τὶς τελετές μας καὶ τὰ πανηγύρια μας καὶ τὶς εὐχές μας, βδελήσεται ὁ Θεός.
Ἡ ἑορτὴ τῆς Μεσοπεντηκοστῆς
Οἱ ἑορτὲς εἶναι εὐκαιρίες γιὰ ἀνείπωτη χαρὰ, ὁλοκλήρωμα ἀγάπης καὶ εὐκαιρίες γιὰ ἀφύπνιση καὶ ἄγγιγμα γιὰ τὸν καθένα μας νὰ πάρη τὴν μεγάλη ἀπόφαση!!!
Τὴν Τετάρτη μετὰ τὴν Κυριακὴ τοῦ Παραλύτου πανηγυρίζει ἡ Ἐκκλησία τὴν μεγάλη δεσποτικὴ ἑορτή τῆς «Μεσοπεντηκοστῆς» ποὺ μὲ τὸ ἐπίσημο τυπικὸ της, τὰ ἐκλεκτά της τροπάρια καὶ τοὺς διπλοῦς της κανόνες, ἔργα τῶν μεγάλων ὑμνογράφων, τοῦ Θεοφάνους καὶ τοῦ Ἀνδρέου Κρήτης, μὲ τὰ ἀναγνώσματά της καὶ τὴν ἐπίδρασί της στὶς πρὸ καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὴν Κυριακὲς καὶ μὲ τὴν παράταση τοῦ ἑορτασμοῦ της ἐπὶ ὀκτὼ ἡμέρες, φανερώνει τὸ μεγαλεῖο της ὡς Δεσποτικὴ ἑορτή.
Ἡ Τετάρτη τῆς Μεσοπεντηκοστῆς εἶναι ἡ 25η ἡμέρα ἀπὸ τοῦ Πάσχα καὶ ἡ 25η πρὸ τῆς Πεντηκοστῆς, ὡς σημαίνεται εἰς τὸ παρὸν τροπάριον τοῦ ἑσπερινοῦ:
«Πάρεστιν ἡ μεσότης ἡμερῶν, τῶν ἐκ σωτηρίου ἀρχομένων Ἐγέρσεως (Ἀναστάσεως) Πεντηκοστῇ δὲ τῇ θείᾳ σφραγιζομένων, καὶ λάμπει τὰς λαμπρότητας ἀμφοτέρωθεν ἔχουσα καὶ ἑνοῦσα τὰς δύο καὶ παρεῖναι τὴν δόξαν προφαίνουσα τῆς δεσποτικῆς ἀναλήψεως σεμνύνεται».
Χωρὶς δηλαδὴ νὰ ἔχῃ δικὸ της θέμα συνδυάζει τὰ θέματα, τοῦ Πάσχα ἀφ᾽ ἑνὸς καὶ τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀφ᾽ ἑτέρου καὶ «προφαίνει» τὴν δόξαν τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, ποὺ θὰ ἑορτασθῇ μετὰ ἀπὸ 15 ἡμέρες, ὁ Χριστὸς σὰν Μεσσίας – μεσίτης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, «μεσίτης καὶ διαλλάκτης ἡμῶν καὶ τοῦ αἰωνίου Αὐτοῦ Πατρός».
Κάθε ἑορτή, κάθε ἀκολουθία, κάθε Θεία Λειτουργία εἶναι ἕνα προσωπικὸ κάλεσμα-πρόσκληση γιὰ τὸν καθένα μας γιὰ προσωπικὴ συνάντηση μὲ τὸν Χριστό...
Διαβάστε περισσότερα: Μετά την Ανάσταση - Μεσοπεντηκοστή (Μάϊος 2021)
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης τὸν ὁποῖο τιμᾶ τὴν Δ΄ Κυριακὴ τῶν νηστειῶν ἡ Ἐκκλησία μας ἔζησε στὴν περιοχὴ τοῦ ὄρους Σινᾶ τὸν 6ο αἰῶνα. Σὲ ἡλικία 16 ἐτῶν ἔγινε μοναχὸς καὶ μάλιστα βίωσε τὴν ἡσυχαστικὴ - ἀσκητικὴ ζωὴ πολὺ αὐστηρά. Πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του ἔγινε καὶ ἡγούμενος στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης, ἀλλὰ τελικὰ ἀποσύρθηκε στὴν ἔρημο ποὺ τόσο ἀγάπησε στὴν ζωή του.
Εἶναι γνωστὸ ὅτι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἔγραψε τὴν «Κλίμακα» ἕνα ὄντως θεόπνευστο ἔργο ποὺ μᾶς βοηθάει ἁπλανῶς νὰ βαδίζουμε τὸν δρόμο τῆς ἐν Χρστῷ ζωῆς. Φαίνεται ἀκόμη μέσα ἀπὸ τὴν «Κλίμακα» πῶς ὁ Ἅγιος ἔκανε μεγάλο προσωπικὸ ἀγῶνα γιὰ τὴν ψυχική του ἐλευθερία, τὴν ἀποδέσμευση ἀπὸ τὴν τυραννία τῶν αἰσθήσεων καὶ τῶν αἰσθητῶν, ὥστε ὅλες οἱ δυνάμεις του νὰ λειτουργοῦν κατὰ φύσιν καὶ ὑπὲρ φύσιν. Ὁ νοῦς ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὴν κυριαρχία τῶν παθῶν καὶ ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ θανάτου.
Τί εἶναι ἡ «Κλίμακα»; Εἶναι οἱ ἅγιες ἀρετές, οἱ ἅγιες εὐαγγελικές ἀρετές: ἡ ταπείνωσις, ἡ πίστις, ἡ νηστεία, ἡ πραότης, ἡ ὑπομονή, ἡ ἀγαθότης, ἡ καλωσύνη, ἡ εὐσπλαχνία, ἡ φιλαλήθεια, ἡ ἀγάπη στόν Χριστό, ἡ ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, τά παθήματα χάριν τοῦ Χριστοῦ. Αὐτές καί ἄλλες πολλές ἅγιες καινοδιαθηκικές ἀρετές. Κάθε ἐντολή τοῦ Χριστοῦ, ἀδελφοί μου· αὐτό εἶναι ἀρετή. Τήν τηρεῖς; Τήν ἐφαρμόζεις; Π.χ. τήν ἐντολή του περί νηστείας τήν τηρεῖς, τήν ἐφαρμόζεις; Ἡ νηστεία εἶναι ἁγία ἀρετή, εἶναι σκαλοπάτι τῆς κλίμακος ἀπό τήν γῆ στόν Οὐρανό. Ἡ νηστεία, ἡ εὐλογημένη νηστεία, ὅπως καί ὅλη ἡ κλίμακα ἀπό τήν γῆ στόν Οὐρανό.