ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ’.
Το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει,εν τη σκηνή του Ιωσήφ σπουδή επέστη,ο ασώματος λέγων τη Απειρογάμω.
ο κλίνας εν καταβάσει τους ουρανούς,χωρειται αναλλοιώτως όλος εν σοι.
Ον και βλέπων εν μήτρα σου,λαβόντα δούλου μορφήν,εξίσταμαι κραυγάζων σοι,
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

Έτερον. Ήχος ο αυτός.
Τη υπερμάχώ στρατηγώ τα νικητήρια,ως λυτρωθείσα των δεινών ευχαριστήρια, αναγράφω σοι η πόλις σου, Θεοτόκε.
αλλ’ ως έχουσα το κράτος απροσμάχητον,εκ παντοίων με κινδύνων ελευθέρωσον,ίνα κράζω σοι
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.

ΟΙ ΟΙΚΟΙ

Άγγελος πρωτοστάτης,ουρανόθεν επέμφθη,ειπείν τη Θεοτόκω το Χαίρε, και συν τη ασωμάτω φωνή,
σωματούμενόν σε θεωρών, Κύριε,εξίστατο και ίστατο,κραυγάζων προς Αυτήν τοιαύτα
Χαίρε, δ’ ης η χαρά εκλάμψει,
χαίρε, δι’ ης η αρά εκλείψει.
Χαίρε, του πεσόντος Αδάμ η ανάκλησις,
χαίρε, των δακρύων της Εύας η λύτρωσις.
Χαίρε, ύψος δυσανάβατον αθρωπίνοις λογισμοίς,
χαίρε, βάθος δυσθεώρητον και αγγέλων οφθαλμοίς.
Χαίρε, ότι υπάρχεις Βασιλέως καθέδρα,
χαίρε, ότι βαστάζεις τον βαστάζοντα πάντα.
Χαίρε, αστήρ εμφαίνων τον ήλιον,
χαίρε, γαστήρ ενθέου σαρκώσεως.
Χαίρε, δι’ ης νεουργείται η κτίσις,
χαίρε, δι’ ης βρεφουργείται ο Κτίστης.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.

Δεν ὑπάρχει καμμιά ἀμφιβολία ὅτι ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει ἔχει ἀνάγκη  νά προσεύχεται. Ὅσο πιὸ δυνατὴ εἶναι ἡ πίστη τόσο πιὸ μεγάλη εἶναι ἡ ἀνάγκη γιὰ προσευχή. Ἐξ ἄλλου ἡ πίστη τοῦ ἑνός ἀνθρώπου ὑποστηρίζεται απὸ την πίστη τῶν ἄλλων. Σ’ αὐτὸ ἔγκειται ἡ σπουδαιότητα τῆς λειτουργίας καὶ τῆς κοινῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ στὴν σημερινὴ κοινωνία μας διαπιστώνουμε μιὰ ἀποδυνάμωση τῆς πίστεως καὶ σαν συνέπεια μιὰ ἀδιαφορία γιὰ προσευχή. Ἴσως ὁ ὄρος ἐκκοσμικευμένη κοινωνία δὲν δείχνει τόσο μιὰ κοινωνία τελείως ἄπιστη, αλλὰ μιὰ κοινωνία, ποὺ ἡ πλειονότητα τῶν μελῶν της δὲν προσεύχεται πιὰ, παρὰ πολὺ σπάνια καὶ πάλι σὲ στιγμὲς ἐξαιρετικές.

Γι’ αυτὸν ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ διατηρῆ τὴν δύναμη τῆς πίστεῶς του μὲ τὴν προσευχὴ τίθεται σήμερα ἕνα διπλὸ πρόβλημα: πρῶτο, νὰ ὑπερασπίζεται τὴν προσευχή του ἐναντίον τῆς καταλυτικῆς ἐπιρροῆς ἑνὸς περιβάλλοντος ἀδυνάτου στὴν πίστη καὶ δεύτερο, νὰ ὑπερασπίζεται τὴν προσευχή του σ’ ἕνα κόσμο ποὺ ἔχασε σὲ ἕνα μεγάλο μέρος τήν χρήση τῆς προσευχῆς. Ὁ ἄνθρωπος τῶν προηγουμένων ἐποχῶν εὕρισκε μέσα στὸ κοινωνικό σύνολο ἕναν παράγοντα ἐνθαρρυντικό γιὰ τὴν πίστη του καὶ τὴν προσευχή του σήμερα, αὐτὸ τὸ σύνολο εἶναι παράγων ψυχρότητας, παράγων ἀπὸ τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ προστατεύεται αὐτός ποὺ θέλει νὰ διατηρῆ τὴν πίστη του καὶ τὴν προσευχή του.

Σήμερα ὁ πιστός θὰ πρέπει νὰ ἀναζητήση κατὰ ἕνα μεγάλο μέρος μόνος του τοὺς λόγους ποὺ θὰ μπορέσουν νὰ στηρίξουν τὴν πίστη του καὶ τὴν προσευχή του. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς μπορεῖ νὰ κάμη τὴν πίστη του πιὸ βαθειὰ καὶ τὴν προσευχή του πιὸ θερμή, δεδομένου ὄτι δὲν ἐνισχύονται, κατὰ ένα μεγάλο μέρος, ἀπ΄]ο τὸ κοινωνικὸ περιβάλλον. Ὁ πιστός ὁ ὁποῖος πέτυχε νὰ ἐνδυναμώση τὴν πίστη του  καὶ τὴν προσευχή του, μπορεῖ νὰ γίνει ὁ ἴδιος μιὰ ἑστία, ἡ ὁποία θὰ ἐνισχύση τὴν πίστη καὶ θὰ ἀναθερμάνη τὴν προσευχὴ στὴν κοινωνία. Ὁ ἴδιος μπορεῖ νὰ βοηθήση τὴν κοινωνία νὰ βγῆ ἀπὸ τὴν ἐπιφανειακὴ ζωή, τὴν γεμάτη πλήξη – ποὺ εἶναι καὶ ἡ αἰτία τῆς χλιαρότητας στὴν πίστη καὶ τὴν προσευχή. Μπορεῖ δηλαδὴ νὰ βοηθήση, ὥστε ἡ κοινωνία μας νὰ βρῆ ἕνα περιεχόμενο πιὸ οὐσιαστικό, νὰ ἀπολυμάνη τὶς μολυσμένες ρίζες της δίνοντας ἕνα μεγαλύτερο βάθος στὴ ζωή, χωρὶς τὸ ὁποῖο ἡ ανθρώπινη ὕπαρξη εἶναι μιὰ μονότονη καὶ χωρὶς νόημα ὁμοιομορφία.