Πνευματικά Κείμενα

Είθε η ανάγνωση και ο στοχασμός επάνω στα κείμενα αυτά, να είναι αφορμή προσευχής και αναφοράς στον Κύριό μας Ιησού Χριστό και τον προστάτη μας Άγιο Γεράσιμο

('Αγιος Νεκτάριος) 

Φιλία είναι αγάπη υγιούς ψυχής προς ψυχή επίσης υγιή. Η φιλία ως απόρροια υγιούς ψυχής είναι ιερή, αγνή, ακέραιη, πιστή, σταθερή, ειλικρινής, θαρραλέα, αληθινή, αιώνια. Η φιλία είναι αρετή, γιατί θεμελιώνεται στο ήθος και την καλή διαγωγή της υγιούς ψυχής γι’ αυτό και μόνο με την αρετή συνάπτεται και αυτής γίνεται εραστής και αυτήν αγκαλιάζει, μένοντας μαζί της πάντοτε. Η φιλία σαν αρετή, έλκεται από το όμοιο και αναπαύεται με τις συγγενείς αρετές. Είναι σύνδεσμος δύο όμοιων ψυχών.

Είναι πάθος συνετής ψυχής και συνδέει τους φίλους με σφοδρή αγάπη. Συνδέει δε με πόθο τους ανθρώπους που έχουν από τη φύση τους την τάση να διασπώνται. Η φιλία έχει σταθερό και ασυμβίβαστο ήθος. Είναι η φιλία ένα είδος ηθικής ευχαρίστησης, που κατευχαριστεί την ψυχή. Η φιλία υπομένει πάντα, συμπάσχουσα και συμπαραστεκόμενη. Ο Αριστοτέλης έχει πει: «Φιλία είναι μία ψυχή που κατοικεί σε δύο σώματα».

Η φιλία είναι πιο δυνατή από τη συγγενική αγάπη, διότι η μεν συγγενική αγάπη είναι έργο ανάγκης, η φιλία όμως βασίζεται στη θέληση. Η φιλία υπαγορεύει ευλάβεια προς τα ιερά των φίλων, αγνότητα στη συμπεριφορά, ακεραιότητα στα ήθη, πίστη στον χαρακτήρα, σταθερότητα στις αποφάσεις, ειλικρίνεια στους λόγους, θάρρος στο να ειπωθούν τα ορθά και ωφέλιμα και στο να λέγεται η αλήθεια. 

Η φιλία είναι το στήριγμα για την ευτυχία δύο αγαθών ανθρώπων, γιατί μόνο μεταξύ αγαθών ανθρώπων μπορεί να αναπτυχθεί η αληθινή φιλία. Ο Πλάτων λέει: «Φιλία είναι η ομόνοια υπέρ των καλών και δικαίων΄ η θέληση για κοινό τρόπο ζωής, ίδιος τρόπος σκέψης και πράξης, ζωή με αρμονία και καλή διάθεση ώστε να υπάρχει ομόνοια, συνοδοιπορία τόσο στα ευχάριστα, όσο και στα δυσάρεστα».

Τρία είναι τα είδη της φιλίας΄ αυτή που βασίζεται στην αρετή, αυτή που θεμελιώνεται στο συμφέρον και αυτή που υπάρχει από συνήθεια. Άριστη όμως είναι η χάριν της αρετής φιλία, γιατί τη στερεώνει η αρετή της αγάπης.

Επιμέλεια κειμένου: π. Γεώργιος Ανάγνου

Ἀφιέρωμα ἐπὶ τῇ μνήμῃ τῶν ἑορταζόντων ἁγίων συζύγων-μαρτύρων Ἀκύλλα καὶ Πρισκίλλης

Φεβρουάριος 2024

Ἡ ἐκκοσμίκευση ποὺ ἔχει ἀγκαλιάσει γενικότερα τὸν ἐκκλησιαστικό μας βίο γίνεται φανερὴ περισσότερο ἀπὸ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ στὸ θέμα τοῦ χριστιανικοῦ γάμου. Ἀπὸ ὅποια ὁπτικὴ καὶ ἄν δεῖ κανεὶς τὸν σύγχρονο Ὀρθόδοξο γάμο (προετοιμασίες, τέλεση, μεταγαμιαία βιοτή), ἀφορᾶ περισσότερο κοσμικὸ παρὰ ἐκκλησιαστικὸ γεγονός. Βιώνοντας αὐτὴ τὴν ἀγωνία γιὰ τὴν σημερινὴ κατάσταση θεωρήσαμε καλὸ νὰ παρουσιάσουμε ἀπόψεις, κατευθύνσεις καὶ θεωρήσεις, σχετικὰ μὲ τὸ γάμο, τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, καλύπτοντας ἀρκετὲς πλευρὲς αὐτοῦ τοῦ θέματος τὸ ὁποῖο πάντα θὰ εἶναι ἀνεξάντλητο, ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἀφορᾶ τὴν ἴδια
τὴ ζωὴ ποὺ δὲν μπορεῖ κάποιος νὰ τὴν περικλείσει σὲ ἕνα βιβλίο.

   Κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ψυχικὰ ὑγιὴς εἶναι μόνον ὁ ἅγιος, ἐνῶ ὁ συνήθης ἄνθρωπος εἶναι ἄρρωστος μὲ τὴν ἔννοια ὅτι διακατέχεται ἀπὸ λίγα ἤ πολλὰ ψυχικὰ πάθη. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὅμως εἶναι ἕνα πνευματικὸ νοσοκομεῖο τὸ ὁποῖο θεραπεύει καὶ ἁγιάζει τὴν ἀνθρώπινη ψυχή, ἑπομένως καὶ ὁ ἐκκλησιαστικὸς γάμος εἶναι ἕνας νόμιμος εὐλογημένος ἀπὸ τὸν Θεὸ δρόμος θεραπείας καὶ ἁγιασμοῦ τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ὅταν βέβαια τηροῦνται κάποιες ἀπαραίτητες οὐσιαστικὲς πνευματικὲς προϋποθέσεις.

Ἰανουάριος 2024

Ὁ ἄνθρωπος τῆς σαρκικῆς γνώσης, δηλαδὴ ποὺ δὲν πιστεύει στὸν Θεὸ καὶ στὰ μυστήριά Του, ἀλλὰ θαρρεῖ πὼς μὲ τὸ μυαλό του τὰ γνωρίζει ὅλα, καὶ πὼς ἡ ἀλήθεια εἶναι αὐτὸ μοναχὰ ποὺ καταλαβαίνει μὲ τὴν γνώση του, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἔρχεται ὥρα ποὺ πέφτει στὴν ἀπελπισία καὶ ἐξουθενώνεται ὁλότελα, κι ἂς φαινότανε πρὶν πὼς εἶναι ἄφοβος καὶ παλληκάρι καὶ ἱκανὸς νὰ ὑποφέρει κάθε δυστυχία καὶ κακοπάθηση, ὅπως ἤτανε οἱ λεγόμενοι στωϊκοὶ φιλόσοφοι.
Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, ποτισμένος μὲ τὴ στωϊκὴ φιλοσοφία, ἤτανε ὁ Ρωμαῖος στρατηγὸς Βροῦτος, αὐστηρὸς στὴ ζωή του, ἀσκητὴς στὶς ἐπιθυμίες του, γενναῖος, ὑπέρμαχος τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς δικαιοσύνης, ποὺ γι’ αὐτὲς σκότωσε καὶ τὸν εὐεργέτη του τὸν Καίσαρα.

Ὥστόσο, σὰν νικήθηκε στοὺς Φιλίππους, πολεμῶντας μαζὶ μὲ τὸν Κάσσιο καταπάνω στὴν τυραννία ποὺ τὴν ὑποστηρίζανε οἱ ἀντίμαχοί του ὁ Ὀκτάβιος κι ὁ Ἀντώνιος, ἔπεσε σὲ μαύρη ἀπελπισία, κι ἀποφασίζοντας ν’ αὐτοκτονήσει, εἶπε τοῦτα τὰ λυπητερὰ λόγια: «Ὢ τλῆμον ἀρετή, λόγος ἄρ’ ἦσθα, ἐγὼ δὲ σε ἔργῳ ἤσκουν!». Ὢ κακομοίρα ἀρετή, ὥστε ἤσουνα ἕνας κούφιος λόγος, κι ἐγὼ σὲ ἔκανα μὲ ἔργα, κακοπαθῶντας τὸ κορμί μου, μὴν κυττάζοντας τὸ προσωπικὸ συμφέρο μου, μῆτε κἂν τὰ αἰσθήματα τῆς καρδιᾶς μου. Μὰ ὅπως φάνηκε, ἐσὺ ἤσουνα ἁπλῶς λόγια καὶ σκλάβα τῆς τύχης.

 (Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου)

«Ντρέπεσαι λοιπὸν καὶ κοκκινίζεις νὰ ὁμολογήσεις τὶς ἁμαρτίες σου; Ἀλλὰ καὶ ἄν ἀκόμα ἔπρεπε νὰ τὶς ὁμολογεῖς μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ ἐξευτελίζεσαι, οὔτε καὶ τότε θὰ ἔπρεπε νὰ ντρέπεσαι· διότι ντροπὴ καὶ αἰσχύνη εἶναι τὸ νὰ ἁμαρτάνεις καὶ ὄχι τὸ νὰ ὁμολογεῖς τὶς ἁμαρτίες σου…»
Γνωρίζω καὶ ἐγὼ ὅτι δὲν ἀνέχεται ἡ συνείδηση τὴν ἐνθύμηση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Διότι ἄν θυμηθοῦμε μόνον τὶς ἁμαρτίες μας ἡ ψυχὴ μας ἀναπηδᾶ, ὅπως ἀκριβῶς ἀναπηδᾶ κάποιο ἀδάμαστο καὶ δύστροπο πουλάρι.

Ὅμως συγκράτησε, χαλιναγώγησε, χάιδευσε τὴ ψυχὴ μὲ τὸ χέρι, κάνε τη ἥμερη, πεῖσε την, ὅτι ἄν δὲν ἐξομολογηθεῖ τώρα στὸν ἱερέα, θὰ ἀναγκαστεῖ νὰ ἐξομολογηθεῖ ἐκεῖ ὅπου εἶναι περισσότερη ἡ τιμωρία, ὅπου εἶναι μεγαλύτερος ὁ παραδειγματισμός.
Ἐδῶ τὸ δικαστήριο εἶναι χωρὶς μάρτυρα καὶ δικαστὴς τοῦ ἐαυτοῦ σου εἶσαι σὺ ὁ ὁποῖος ἁμάρτησες· ἐκεῖ ὅμως θὰ παρευρίσκεται ὅλο τὸ πλῆθος τῆς οἰκουμένης ἄν δὲν προλάβουμε νὰ τὰ σβήσουμε ἐδῶ.

Ντρέπεσαι νὰ ὁμολογήσεις τὰ ἁμαρτήματα; Νὰ ντρέπεσαι τότε καὶ νὰ τὰ διαπράτεις!
Ἐμεῖς ὅμως ὅταν διαπράττουμε αὐτὰ τολμᾶμε νὰ τὰ διαπράττουμε κατὰ τρόπον ἀναίσχυντο καὶ προκλητικό· ὅταν ὅμως πρόκειται νὰ τὰ ὁμολογήσουμε, τότε ντρεπόμαστε καὶ ἀποφεύγουμε, ἐνῶ ἔπρεπε νὰ κάνομε τοῦτο μὲ μεγάλη προθυμία. Διότι δὲν εἶναι ντροπὴ τὸ νὰ κατηγορεῖς τὰ ἁμαρτήματα, ἀλλὰ δικαιοσύνη καὶ ἀρετὴ· ἐὰν δὲν ἦταν δικαιοσύνη καὶ ἀρετὴ δὲν θὰ ἔδινε γι’ αὐτὴν ὁ Θεὸς ἀμοιβή.

Παράξενο καὶ παράδοξο μυστήριο. Μὴ ζητᾶς νὰ μάθεις πῶς ἔγινε αὐτό. Γιατί ἐκεῖ ὅπου ἐκδηλώνεται ἡ θέληση τοῦ Θεοῦ, νικῶνται οἱ φυσικοὶ νόμοι. Θέλησε, λοιπόν, ὁ Θεός, μπόρεσε, κατέβηκε ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς καὶ ἔσωσε τὸν ἄνθρωπο, γιατί τὰ πάντα ὑπακούουν στὸ Θεό. Σήμερα γεννιέται ὁ Αἰώνιος καὶ γίνεται ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἦταν. Ἐνῶ δηλαδή ἦταν Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος, χωρὶς νὰ παύσει νὰ εἶναι Θεός. Δὲν ἔχασε δηλαδὴ τὶς θεϊκές του ἱκανότητες γιὰ νὰ γίνει ἄνθρωπος, οὔτε πάλι ἄλλαξε καὶ ἀπὸ ἄνθρωπος ἔγινε Θεός. Ἀλλά, ἐνῶ ἦταν Θεὸς Λόγος, χωρὶς νὰ πάθει τίποτε, προσέλαβε τὴν ἀνθρώπινη σάρκα, καὶ ἡ Θεία Φύση παρέμεινε ἀμετάβλητη.

Τὰ Χριστούγεννα θὰ πρέπει νὰ τὰ δοῦμε σὲ ἄμεση συνάφεια μὲ τὴ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν πτώση του. Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε μὲ ἄπειρη ἀγάπη ἀπὸ
τὸν Θεὸ κατ’ εἰκόνα Του. Ὁ Θεὸς βάζει στὸν ἄνθρωπο ἕνα ἀγώνισμα ἐγκρατείας καὶ ὑπακοῆς. Ὁ ἄνθρωπος ἀποτυγχάνει. Καὶ χάνει τὴν παραδείσια χαρά. Μὲ τὴν πτώση ὁ ἄνθρωπος ἀπογυμνώνεται, δηλαδὴ χάνει τὴ θεϊκὴ στολή, τὴ θεϊκὴ προστασία, τὴ θεϊκὴ κάλυψη. Μὰ ὁ Θεὸς τὸν ἀγαπᾶ, τὸν ἀγαπᾶ μὲ μανία, τὸν καταδιώκει.
Ἀπεργάζεται νέο σχέδιο σωτηρίας. Ὁ Ἀδὰμ δὲν μπόρεσε νὰ γίνει Θεός. Ἀλλά, ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ γίνει ἄνθρωπος. Καὶ γίνεται. Μπαίνει μέσα στὸν χρόνο καὶ στὸν
χῶρο μὲ σάρκα, μὲ ἀνθρώπινη ὑπόσταση, ζεῖ ὅπως ἐμεῖς, χωρὶς μόνον τὶς ἁμαρτίες, καὶ μᾶς καλεῖ νὰ Τὸν ἀναγνωρίσουμε, νὰ Τὸν δεχτοῦμε, νὰ Τὸν
ἀγαπήσουμε, νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε, νὰ γίνουμε ἕνα μαζί Του γιὰ νὰ θεωθοῦμε. Ἡ συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι μετάβασις ἐκ τοῦ οὐρανοῦ στὴ γῆ.

άγιος γεράσιμος

Ἀπολυτίκιον 

Τῶν Ὀρθοδόξων προστάτην καὶ ἐν σώματι ἄγγελον, καὶ θαυματουργὸν θεοφόρον νεοφανέντα ἡμῖν, ἐπαινέσωμεν πιστοὶ θεῖον Γεράσιμον· ὅτι ἀξίως παρὰ Θεοῦ ἀπείληφεν, ἰαμάτων τὴν ἀέναον χάριν· ῥώννυσι τοὺς νοσοῦντας, δαιμονῶντας ἰᾶται· διὸ καὶ τοῖς τιμῶσιν αὐτόν, βρύει ἰάματα. 

 Ο Ναός μας πανηγυρίζει στις 20 Ὀκτωβρίου