Πνευματικά Κείμενα

Είθε η ανάγνωση και ο στοχασμός επάνω στα κείμενα αυτά, να είναι αφορμή προσευχής και αναφοράς στον Κύριό μας Ιησού Χριστό και τον προστάτη μας Άγιο Γεράσιμο

Ὅ,τι καὶ νὰ κάνουμε, ταπείνωση-ἀγάπη-ἀρχοντιὰ χρειάζεται.
Τὰ πράγματα εἶναι ἁπλά.Ἑμεῖς τὰ κάνουμε δύσκολα.

Ὅσο μποροῦμε, νὰ κάνουμε ὅ,τι εἶναι δύσκολο στὸν διάβολο καὶ εὔκολο στὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ταπείνωση εἶναι δύσκολες στὸν διάβολο καὶ εὔκολες στὸν ἄνθρωπο. Καὶ ἕνας φιλάσθενος ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ κάνει ἄσκηση, μπορεῖ νὰ νικήση τὸν διάβολο μὲ τὴν ταπείνωση. Σὲ ἕνα λεπτὸ μέσα μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ γίνη Ἄγγελος ἢ ταγκαλάκι. Πῶς; Μὲ τὴν ταπείνωση ἢ τὴν ὑπερηφάνεια. Τί, μήπως χρειάσθηκαν ὥρες γιὰ νὰ γίνη ὁ Ἑωσφόρος ἀπὸ Ἄγγελος διάβολος; Μέσα σὲ δευτερόλεπτα ἔγινε. Ὁ εὐκολώτερος τρόπος γιὰ νὰ σωθοῦμε, εἶναι ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ταπείνωση. Γι΄ αὐτὸ ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ταπείνωση νὰ ἀρχίσουμε καὶ μετὰ νὰ προχωρήσουμε στὰ ἄλλα.
Νὰ εὔχεσθε νὰ δίνουμε συνέχεια χαρὰ στὸν Χριστὸ καὶ στενοχώρια στὸ ταγκαλάκι, μιὰ ποὺ τοῦ ἀρέσει ἡ κόλαση καὶ δὲν θέλει νὰ μετανοήση;

Ἂν βλέπεις, ὅτι δὲν ἔχεις γαλήνη ἀλλὰ στενοχώρια, νὰ ξέρεις ὅτι ὑπάρχει μέσα σου κάτι ἀτακτοποίητο καὶ πρέπει νὰ τὸ βρεῖς, γιὰ νὰ τὸ διορθώσεις. Κάνεις, π.χ. ἕνα σφάλμα·στενοχωριέσαι, ἀλλὰ δὲν τὸ ἐξομολογεῖσαι. Σοῦ συμβαίνει μετὰ ἕνα εὐχάριστο γεγονὸς καὶ νιώθεις χαρά. Αὐτὴ ἡ χαρὰ σκεπάζει τὴν στενοχώρια γιὰ τὸ σφάλμα σου καὶ σιγὰ-σιγὰ τὸ ξεχνᾶς δὲν τὸ βλέπεις, ἐπειδὴ καπακώθηκε ἀπὸ τὴν χαρά. Οἱ χαρὲς σκεπάζουν τὸ σφάλμα, τὸ πάνε πιὸ κάτω, πιὸ βαθιά, ἀλλὰ ἐκεῖνο ἐσωτερικὰ δουλεύει. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νὰ σκληραίνει, γιατὶ καταπατᾶ τὴν συνείδησή του καὶ ἡ καρδιά του πιάνει σιγὰ-σιγὰ γλίτσα. Ὕστερα τὸ ταγκαλάκι ὅλα του τὰ δικαιολογεῖ: «αὐτὸ δὲν εἶναι τίποτε, ἐκεῖνο εἶναι φυσιολογικό», ἀνάπαυση ὅμως δὲν ἔχει, γιατὶ ἡ στενοχώρια δουλεύει ἀπὸ κάτω. Νιώθει μιὰ ἀνησυχία, δὲν ἔχει ἐσωτερικὴ γαλήνη. Ζεῖ μὲ ἕνα συνεχὲς ἄγχος. Εἶναι βασανισμένος. Δὲν βρίσκει τί φταίει, γιατὶ τὰ σφάλματά του εἶναι καπακωμένα. Δὲν καταλαβαίνει ὅτι ὑποφέρει, ἐπειδὴ ἁμάρτησε.

(Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου)

«Γιατὶ τὸ ξέρουμε, πὼς ἄν μᾶς ἀδικήσει κάποιος, δοῦλος ἤ καὶ ἐλεύθερος, πρέπει νὰ ἀπευθυνθοῦμε στοὺς ἄρχοντες καὶ νὰ περιμένουμε τὴν ἀπόφασή τους.
Ἀφοῦ λοιπὸν, δὲν εἶναι ἀσφαλὲς νὰ διεκδικοῦμε τὸ δίκιο μας μόνοι μας στὶς μεταξύ μας σχέσεις, πολὺ περισσότερο ἰσχύει κάτι τέτοιο, ὅταν κρίνει καὶ διευθετεῖ τὶς ὑποθέσεις ὁ Θεός.
Ἀλλὰ θὰ μοῦ πεῖς ὅτι ὁ πλησίον σου σὲ ἔχει ἀδικήσει καὶ σὲ ἔχει λυπήσει καὶ σοῦ ἔχει προξενήσει μύρια κακά.
Οὔτε ὅμως τότε δὲν πρέπει νὰ ἐπιτεθεῖς ἐναντίον του, γιὰ νὰ μὴ προσβάλλεις, μὲ τὴ συμπεριφορά σου αὐτὴ, τὸν Δεσπότη σου Χριστό.
Ἀφησέ το στὸν Θεὸ καὶ Ἐκεῖνος θὰ διευθετήσει τὴν ὑπόθεση πολὺ καλύτερα ἀπ’ ὅ,τι ἐσὺ θέλεις.
Σὲ σένα ἔδωσε ἐντολὴ μόνο νὰ προσεύχεσαι γι’ αὐτὸν ποὺ σὲ λύπησε.
Τὸ πώς τώρα ὁ Θεὸς θὰ παιδαγωγήσει ἐκεῖνον, αὐτὸ σὲ πρόσταξε νὰ τὸ ἀφήσεις σ’ Αὐτόν.

Ἰούλιος 2024

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος, κατὰ κόσμον Νικόλαος, «ὁ πολὺς ἐν σοφία, ὁ μέγας ἐν ἀρεταῖς καὶ ὁ περιφανὴς διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας», γεννήθηκε στὴ Νάξο τὸ 1749 ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς. Πρῶτος του δάσκαλος ἦταν ὁ ἱερέας τοῦ χωριοῦ. Ὁ μικρὸς Νικόλαος παρακολουθοῦσε τὶς ἀκολουθίες, μάθαινε τοὺς ἱεροὺς ὕμνους καὶ μετεῖχε στὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.


Ὁ Θεὸς τὸν εἶχε προικίσει μὲ ἰδιαίτερη χάρη, μοναδικὴ ἀφομοιωτικὴ ἱκανότητα καὶ ἐξαιρετικὴ μνήμη. Οἱ γονεῖς του, ὁ δάσκαλος του καὶ ὁ τότε Ἐπίσκοπος τῆς Νάξου Ἄνθιμος διέκριναν τὴν μοναδικὰ προικισμένη φύση του καὶ φρόντισαν στὰ 16 του χρόνια νὰ συνεχίσει εὐρύτερες σπουδὲς στὴν Εὐαγγελικὴ Σχολὴ τῆς Σμύρνης, πνευματικὸ ἵδρυμα πανεπιστημιακοῦ ἐπιπέδου μὲ τὰ σημερινὰ δεδομένα, μὲ ξακουστοὺς διδασκάλους. Πλέον τῶν γενικώτερων γνώσεών του, ἔγινε βαθὺς γνώστης τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, ποὺ τὸν βοήθησε νὰ κάνει προσιτοὺς τοὺς θησαυροὺς τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας παραδόσεως.

Μετὰ 4 χρόνια σπουδῶν ἐπιστρέφοντας στὴν πατρίδα του Νάξο κοντὰ στοὺς γονεῖς του καὶ τὸν προστάτη του Μητροπολίτη, γνώρισε τρεῖς ἁγιορεῖτες μοναχούς, τὸν Γρηγόριο, τὸν Νήφωνα καὶ τὸν Ἀρσένιο ποὺ, ἐξ αἰτίας τοῦ Κολυβαδικοῦ ζητήματος, ἀναγκάστηκαν νὰ φύγουν καὶ κατέφυγαν στὴ Νάξο καὶ διὰ μέσου αὐτῶν συνεδέθη καὶ μὲ τὸν ἐπίσκοπο Κορίνθου Μακάριο Νοταρᾶ καὶ τὸν γέροντα Σίλβεστρον, ἄπαντες κολυβάδες.
Τὸ κίνημα τῶν κολυβάδων ἦτο ἀντίδραση ἐνάντια στὶς ἐπιδράσεις τῆς Δυτικῆς Θεολογίας στὸν ὀρθόδοξο κόσμο, καὶ ἐνάντια στὸ πνεῦμα τοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ τῆς ἐκκοσμικεύσεως, καὶ συγχρόνως προσπάθεια βίωσης καὶ φανέρωσης τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως.

Τῆς ταπεινοφροσύνης χρῄζομεν πρὸ παντός, εἶπε τις τῶν Γερόντων, νὰ εἴμεθα ἕτοιμοι εἰς κάθε λόγον ὅπου νὰ ἀκούωμεν, νὰ λέγωμεν συγχώρησον, διότι διὰ τῆς ταπεινοφροσύνης διαφθείρονται ὅλα τὰ σκάνδαλα τοῦ ἐχθροῦ.
Ὁ διάβολος μισᾷ τὸν ἄνθρωπον καὶ τὸ ὅποιον καλὸν καὶ εἶναι ἐπίβουλος, ἀντικείμενος εἰς κάθε καλὸν καὶ θεάρεστον πρᾶγμα. Διὰ τῆς ταπεινοφροσύνης ὅμως, διαφθείρονται πάντα τὰ ἔργα τοῦ ἐχθροῦ καὶ ἀντικειμένου.
Καλότυχος εἶναι ἐκεῖνος ὅπου ἔχει ταπείνωσιν. Ἡ ταπείνωσις εἶναι μεγάλη, διότι ἡ ταπείνωσις μόνη ἐναντιοῦται εἰς τὴν πανοῦργον κενοδοξίαν καὶ φυλάττει τὸν ἄνθρωπον ἀπ΄ αὐτήν.

Ἡ ταπείνωσις εἶναι μεγάλη, διότι σύρῃ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὡσὰν ἔλθῃ ἡ χάρις εἰς τὴν ψυχήν, σκεπάζει αὐτὴν ἀπὸ παντὸς πάθουςκαὶ πειρασμοῦ.
Ὅταν εἶδεν ὁ ἅγιος Ἀντώνιος πάσας τὰς παγίδας τοῦ διαβόλου ἁπλωμένας καὶ στενάξας ἐρώτησε τὸν Θεὸν καὶ εἶπεν, ἄρά γε τίς δύναται νὰ φυλαχθῇ; ἀπεκρίθη ὁ Θεὸς καὶ τοῦ εἶπεν, ὅτι ἡ ταπείνωσις μόνον ταῖς περνᾷ. Καὶ τὸ θαυμαστότερον, ἐπρόσθεσεν, ὅτι οὔτε δύνανται νὰ τὴν πιάσουν.

Ὑπάρχουν δύο δὲ ταπείνωσες, ὥσπερ καὶ δύο ὑπερηφάνιαι.

Ἡ πρώτη ὑπερηφανία εἶναι, ὅταν ὑβρίζει κανεὶς τὸν ἀδελφὸν καὶ τὸν ἀσχημολογῇ καὶ τὸν ἀτιμάζῃ καὶ τὸν ἔχῃ ὡς οὐδὲ τίποτε. Ὁ τοιοῦτος ἐὰν μὴ ἐπιστρέψῃ τὸ γληγορώτερον νὰ σπουδάξῃ, νὰ φροντίσῃ νὰ διορθωθῇ, ἀπὸ ὀλίγον - ὀλίγον ἔρχεται εἰς τὴν δευτέραν ὑπερηφανίαν, τοῦ νὰ ὑπερηφανεύεται καὶ κατὰ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅσα κατορθώματα καὶ ἀρετὰς κάμνει, νὰ τὰ λογιάζῃ ἐδικά του, πὼς αὐτὸς ἀπὸ λόγου του τὰ ἐκατόρθωσε μὲ τὴν γνῶσιν καὶ φρονιμάδα του, καὶ ὄχι μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ.

Ἄς ἰδοῦμεν λοιπὸν καὶ ποίαις εἶναι αἱ δύο ταπείνωσες. Ἡ πρώτη ταπείνωσις εἶναι, τὸ νὰ ἔχῃ κανεὶς τὸν ἀδελφόν του γνωστικώτερον ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του καὶ εἰς πάντα καλίτερόν του, καὶ κοντολογῇς, καθὼς εἶπεν ἐκεῖνος ὁ ἅγιος, τὸ νὰ ἔχῃ κανεὶς τὸν ἑαυτόν του παρακάτω ἀπὸ ὅλους.

Ἡ δευτέρα ταπείνωσις εἶναι τὸ νὰ λογιάζῃ τὰ κατορθώματά του πὼς εἶναι τοῦ Θεοῦ δῶρον.
Αὕτη εἶναι ἡ ἀληθινὴ ταπείνωσις τῶν ἁγίων, αὕτη γίνεται εἰς τὴν ψυχὴν ἀπὸ τὴν ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν.

Ἰούνιος 2024

Ἑορτάσαμε πρὶν ἀπὸ λίγες ἡμέρες τὴν Πεντηκοστὴ καὶ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σήμερα, βλέπουμε τοὺς καρποὺς αὐτῆς τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι οἱ Ἅγιοι Πάντες. Τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ στὴν ἱστορία γίνεται μόνο μὲ τὴν πνοὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Παράκλητος εἶναι αὐτὸς ποὺ φέρνει σὲ κοινωνία τὶς δύο διαφορετικότητες, τὸ θεῖο καὶ τὸ ἀνθρώπινο, καὶ ἐγκαινιάζει μέσα στὴν ἱστορία τὸ ἀληθινὰ καινούργιο.
Συγχρόνως, σήμερα τιμοῦμε καὶ τὴν σύναξη τῶν Δώδεκα Ἁγίων Ἀποστόλων. Ὁ Θεὸς Πατέρας ἀπέστειλε τὸ Χριστὸ στὸν κόσμο. Ὁ Χριστός, ὡς ὁ κατ’ ἐξοχὴν σταλμένος, ἀποστέλλει στὸν κόσμο τοὺς μαθητὲς Του. Κι αὐτοὶ μὲ τὴ σειρὰ τοὺς μαθητὲς καὶ διαδόχους τους γιὰ νὰ διαδοθεῖ καὶ νὰ ἑδραιωθεῖ σ΄ ὅλη τὴν κτίση καθ΄ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Κίνητρο γιὰ τὴ δράση αὐτὴ τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη.

Ἡ ἐκλογή, ἡ πρόσκληση καὶ ἡ ἀποστολὴ τῶν δώδεκα μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, ἐντάσσεται μέσα στὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου καὶ ἀποσκοπεῖ στὴν κατάργηση τῆς ἐξουσίας τοῦ διαβόλου καὶ στὴ θεραπεία κάθε συνέπειας τῆς κυριαρχίας τοῦ κακοῦ. Οἱ Δώδεκα Μαθητές, μ΄ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἀποτελοῦν προπομποὺς καὶ προδρόμους τοῦ καινούργιου κόσμου τοῦ Θεοῦ, ὅπου τὸ κακὸ δὲν θὰ ἔχει ἰσχύ.

Ὁ Θεὸς δὲν πραγματοποιεῖ τίποτα αὐθαίρετα ἢ αὐτόματα ἢ τυχαῖα, ἀλλὰ ὅλα βασίζονται στὴ σοφία καὶ στὴν ἀγάπη Του, στὸ σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας, τὸ ὁποῖο πάνω ἀπὸ ὅλα σέβεται τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ ἡ ἀποστολὴ τῶν μαθητῶν δὲν ξεκινᾶ ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ δὲν ξέρουν τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ ἢ ποὺ δὲν εἶχαν σχέση προηγουμένως μαζί Του.

άγιος γεράσιμος

Ἀπολυτίκιον 

Τῶν Ὀρθοδόξων προστάτην καὶ ἐν σώματι ἄγγελον, καὶ θαυματουργὸν θεοφόρον νεοφανέντα ἡμῖν, ἐπαινέσωμεν πιστοὶ θεῖον Γεράσιμον· ὅτι ἀξίως παρὰ Θεοῦ ἀπείληφεν, ἰαμάτων τὴν ἀέναον χάριν· ῥώννυσι τοὺς νοσοῦντας, δαιμονῶντας ἰᾶται· διὸ καὶ τοῖς τιμῶσιν αὐτόν, βρύει ἰάματα. 

 Ο Ναός μας πανηγυρίζει στις 20 Ὀκτωβρίου