(Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης)
“Σήμερα οἱ ἄνθρωποι καταλήγουν, ἀπὸ τὴν πολλὴ μελέτη, νὰ εἶναι μαγνητόφωνα καὶ νὰ γεμίζουν τὶς κασσέττες τους μὲ περιττὰ πράγματα. Ἡ ἄνευ πράξεως, ὅμως, διδασκαλία εἶναι κατὰ τὸν Ἀββᾶ Ἰσαὰκ “παρακαταθήκη ἐντροπῆς”.
Βλέπεις, πολλοὶ ποὺ ἐνδιαφέρονται γιὰ τὸν ἀθλητισμὸ διαβάζουν ἀθλητικὰ περιοδικὰ ἢ ἐφημερίδες καὶ κάθονται. Μπορεῖ νὰ εἶναι σὰν τὰ μοσχάρια, ἀλλὰ θαυμάζουν τοὺς ἀθλητές: «Ἄ,. καταπληκτικὸς αὐτός, λένε, μπράβο! Ὤ!… ». Δὲν χύνουν ὅμως λίγο ἱδρώτα οὔτε χάνουν κανένα κιλὸ βάρος. Διαβάζουν- διαβάζουν ἀθλητικὰ καὶ ξαπλώνουν. Ἔτσι δὲν ὠφελοῦνται. Μένουν μὲ τὴν εὐχαρίστηση τοῦ διαβάσματος.
Οἱ κοσμικοὶ, ἄλλοι διαβάζουν ἐφημερίδα, ἄλλοι διαβάζουν ἕνα ρομάντζο, μία περιπέτεια, ἄλλοι παρακολουθοῦν στὸ γήπεδο πὼς παίζουν, καὶ περνᾶνε τὴν ὥρα τους.
(Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)
Ἡ προσευχὴ εἶναι μεγάλο ἀγαθό, ἂν γίνεται καὶ μὲ λογισμὸ ἀγαθό· ἂν εὐχαριστοῦμε τὸ Θεὸ ὄχι μόνο ὅταν μᾶς δινεῖ, ἀλλὰ καὶ ὅταν δὲν μᾶς δίνει ὅ,τι Τοῦ ζητάμε, ἀφοῦ καὶ τὰ δύο τὰ κάνει γιὰ τὴν ὠφέλειά μας.
Ἔτσι, καὶ ὅταν δὲν παίρνουμε, οὐσιαστικὰ παίρνουμε μὲ τὸ νὰ μὴν πάρουμε ὅ,τι δὲν μᾶς συμφέρει. Ὑπάρχουν, βλέπετε, περιπτώσεις ποὺ ἡ μὴ ἰκανοποίηση τοῦ αἰτήματός μας εἶναι πιὸ ὠφελίμη. Καὶ τότε ὅ,τι θεωροῦμε σὰν ἀποτυχία εἶναι ἐπιτυχία.
Ἂς μὴ στεναχωριόμαστε, λοιπόν, ὅταν ὁ Θεὸς ἀργεῖ νὰ εἰσακούσει τὴν προσευχή μας. Ἂς μὴ χάνουμε τὴν ὑπομονή μας. Μήπως, καὶ πρὶν ζητήσουμε κάτι, δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς τὸ δώσει ὁ Πανάγαθος; Μπορεῖ, φυσικά, ἀλλὰ περιμένει ἀπὸ μᾶς κάποιαν ἀφορμή, ὥστε νὰ μᾶς βοηθήσει δίκαια. Γι’ αὐτὸ ἂς Τοῦ δίνουμε τὴν ἀφορμὴ μὲ τὴν προσευχὴ καὶ ἂς περιμένουμε μὲ πιστή, μὲ ἐλπίδα, μὲ ἐμπιστοσύνη στὴν πανσοφία καὶ στὴ φιλανθρωπία Του. Μᾶς ἔδωσε ὅ,τι ζητήσαμε; Ἂς Τὸν εὐχαριστοῦμε. Δὲν μᾶς ἔδωσε; Καὶ πάλι ἂς Τὸν εὐχαριστοῦμε, γιατὶ δὲν γνωρίζουμε, ὅπως γνωρίζει Ἐκεῖνος, τί εἶναι καλὸ γιὰ μᾶς.
Ἂς ἔχουμε ἄκομα ὑπόψη μας, πὼς ὁ Θεὸς συχνὰ δὲν ἀρνεῖται, ἀλλὰ μόνο ἀναβάλλει τὴν ἰκανοποίηση κάποιου αἰτήματός μας. Καὶ γιατὶ ἀναβάλλει; Ἐπειδή, χρησιμοποιῶντας ὡς μέσο τὴ δική μας ἐπιμονὴ στὸ αἴτημα, θέλει νὰ μᾶς ἑλκύσει καὶ νὰ μᾶς κρατήσει κοντά Του. Κι ἔνας φιλόστοργος πατέρας, ἄλλωστε, ὅταν τοῦ ζητάει κάτι τὸ παιδί του, πολλὲς φορὲς ἀρνεῖται νὰ τοῦ τὸ δώσει, ὄχι γιατὶ δὲν θέλει, ἀλλὰ γιατὶ μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο τὸ παιδὶ μένει κοντά του.
Διαβάστε περισσότερα: Πρὶν λάβεις, νὰ ζητᾶς καὶ ἀφοῦ λάβεις, νὰ εὐχαριστεῖς
Μετὰ τὴ χειροτονία του ἀναχώρησε γιὰ τὴ Μητρόπολη Καρδίτσας, ὅπου ἐπίσκοπος ἦταν ὁ πατριώτης του ὁ Ἰεζεκιἠλ. Διορίστηκε ἐφημέριος στὸ χωριὸ Προάστιο τὸν Σεπτέμβριο τοῦ ἔτους 1935. Στὸ Προάστιο παρέμεινε 10 χρόνια.
Ἐκεῖ, ὡς βοηθὸς τοῦ Μητροπολίτη, ἀνέπτυξε μεγάλη φιλανθρωπικὴ δράση. Περιόδευε στὰ χωριὰ γιὰ νὰ ἐξομολογεῖ τοὺς χριστιανοὺς καὶ γιὰ νὰ συλλέγει τρόφιμα γιὰ τοὺς ἀπόρους. Ἐκεῖ πέρασε τὰ δύσκολα χρόνια τῆς κατοχῆς, ὅπου συνέδραμε καὶ γλύτωσε κυριολεκτικὰ πολλοὺς ἀνθρώπους ποὺ διώκονταν, φυλακίζονταν καὶ πεινοῦσαν. Ἄνθρωποι σκελετωμένοι ἀπὸ τὴν πείνα, ὅπως μανάδες μὲ μωρά, μετελάμβαναν καὶ ἔπαιρναν τὸ ἀντίδωρο ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ δακρυσμένου π. Βησσαρίωνα, ποὺ ἔβλεπε ὅτι μὲ αὐτὰ προσπαθοῦσαν νὰ κρατηθοῦν στὴ ζωή.
Γιορτάζουμε κάθε χρόνο στὶς 28 Ὀκτωβρίου τὴν ἑορτὴ τῆς Ἁγίας Σκέπης καὶ γιὰ τὴν γιορτὴ αὐτὴ συμβαίνει αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος γιὰ τὶς μεγάλες γιορτὲς τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι πολλοὶ γιορτάζουν τὶς μεγάλες γιορτές, ξέρουν τὸ ὄνομά τους, δὲν ξέρουν ὅμως τὸ βαθύτερο νόημά τους, οὔτε τὸ μήνυμα ποὺ θέλει νὰ ἐξαγγείλει ἡ Ἐκκλησία μας μέσω τῶν ἑορτῶν αὐτῶν.
Ἡ ἑορτὴ τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Θεοτόκου ἡ ὁποία τελοῦταν ἀπὸ παλαιοτάτων χρόνων τὴν 1η Ὀκτωβρίου, ἦταν ἀνάμνηση τοῦ θαύματος τὸ ὁποῖο εἶδε ὁ ὅσιος Ἀνδρέας. Κατὰ τὴ διάρκεια μιᾶς ἀγρυπνίας στὸ παρεκκλήσι τῆς «Ἁγίας Σοροῦ» τοῦ ναοῦ τῶν Βλαχερνῶν στὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ ὅσιος Ἀνδρέας εἶδε τὴν Θεοτόκο νὰ προχωράει ἀπὸ τὶς βασιλικὲς πύλες πρὸς τὸ Ἅγιο Θυσιαστήριο ἀνάμεσα σὲ λευκοφόρους Ἁγίους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ξεχώριζαν ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Ὅταν ἔφτασε στὸ θυσιαστήριο γονάτισε καὶ προσευχόταν γιὰ πολλὴ ὥρα, κλαίγοντας καὶ παρακαλῶντας τὸν Υἱό Της γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου. Ὅταν ὁλοκλήρωσε τὴν δέησή Της, ἔβγαλε ἀπὸ τὸ κεφάλι Της τὸ ἀστραφτερὸ μαφόριο, ποὺ φοροῦσε καὶ μὲ μία κίνηση τὸ ἅπλωσε σὰν σκεπὴ ἐπάνω ἀπὸ τὸ ἐκκλησίασμα. Ἔτσι ἁπλωμένο τὸ ἔβλεπε γιὰ ἀρκετὴ ὥρα ὁ ὁσιος Ἀνδρέας μαζὶ μὲ τὸν Ἐπιφάνιο, ποὺ τὸν συνόδευε. Ὅσο φαινόταν ἐκεῖ ἡ Θεοτόκος, φαινόταν καὶ ἡ ἱερὴ ἐσθῆτα νὰ σκορπίζει τὴ Χάρη της. Ὅταν ἐκείνη ἄρχισε νὰ ἀνεβαίνει πρὸς τὸν οὐρανό, ἄρχισε καὶ ἡ Ἁγία Σκέπη νὰ μαζεύεται καὶ σιγὰ – σιγὰ νὰ χάνεται. Τὸ ἱερὸ αὐτὸ μαφόριο ποὺ φυλασσόταν ἐκεῖ συμβόλιζε τὴν χάρη καὶ τὴν προστασία ποὺ παρέχει ἡ Παναγία στοὺς πιστούς.
Κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰσαὰκ τὸν Σῦρο, ὁ Θεὸς δὲν θέλει γιὰ τὴν ἄλλη ζωὴ «βόδια», ἄμυαλους, ἀπείραστους, ἀσόφους, ἀλλὰ σοφούς· ὄχι σοφοὺς κατὰ τὴν κοσμικὴ ἔννοια, ἀλλὰ σοφοὺς στὸν πόλεμο κατὰ τοῦ δαίμονος, κατὰ τοῦ κόσμου καὶ κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ των. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ γίνη ἀγωνιστὴς πάνω σ’ αὐτὸν τὸν πόλεμο τὸν περίπλοκο, γιὰ νὰ γίνεται σοφὸς καὶ πτυχιοῦχος τῆς κατὰ Θεὸν σοφίας, μὲ τὸ νὰ μαθαίνει τὴν τέχνη τῶν τεχνῶν καὶ τὴν ἐπιστήμη τῶν ἐπιστημῶν. Ἔτσι, ἀνεβαίνει καὶ γίνεται πραγματικὰ κληρονόμος τῆς αἰωνίου ἀφθάρτου Βασιλείας.
Ὁ καλὸς Θεός, γιὰ νὰ φθάσουμε στὸν Θρόνο τῆς Χάριτος, σὰν καλὸς Πατέρας, γιὰ νὰ δώσει τὴν πραγματικὴ υἱοθεσία στὸ παιδί Του καὶ νὰ γίνουμε κληρονόμοι Θεοῦ καὶ συγκληρονόμοι Χριστοῦ, θὰ μᾶς περάσει ἀπὸ τὸ καμίνι τῆς σκληρᾶς δοκιμῆς. Ἄλλος ἔτσι, ἄλλος ἀλλοιῶς, ὅλοι θὰ περάσουμε ἀπὸ δοκιμασία, ἀνάλογα μὲ τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ.
Βλέπουμε, καὶ κατὰ τὰ χρόνια τῶν Πατέρων, ἁπλοὺς ἀνθρώπους, ποὺ δὲν ἔβγαζαν πανεπιστήμια καὶ σχολές· π.χ. ὁ Μέγας Ἀντώνιος, ποὺ δὲν ἤξερε νὰ διαβάσει, ἦταν ὁ ταλαντοῦχος καὶ πτυχιοῦχος τῶν «πνευματικῶν» καὶ πῆρε τὴν πρώτη θέση μεταξὺ τῶν ἀσκητῶν, γιατὶ ἔγινε κατὰ Θεὸν σοφός.
Γιὰ νὰ γίνουμε, λοιπόν, πτυχιοῦχοι τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ δώσουμε ποικίλες μάχες, νὰ πάρουμε πολλὰ μαθήματα. Ὅπως τὰ παιδιὰ στὸ σχολεῖο ἔχουν πολλὰ μαθήματα, μαθηματικά, χημεία, φυσικὴ κ.ἄ., καὶ σὲ ὅλα πρέπει νὰ δώσουν τὴν μάχη τῶν ἐξετάσεων, γιὰ νὰ περάσουν, ἔτσι κι ἐμεῖς δίνουμε ἐξετάσεις ὁ καθένας μας εἰς τὸ πῶς θὰ πάρει τὸ πτυχίο καὶ τὸν καλό βαθμό.
Ἅγιος Γέροντας Παΐσιος:
Ἄνθρωπος ποὺ δὲν περνάει δοκιμασίες, ποὺ δὲν θέλει νὰ πονάη, νὰ ταλαιπωρῆται, ποὺ δὲν θέλει νὰ τὸν στεναχωροῦν ἢ νὰ τοῦ κάνουν μιὰ παρατήρηση, ἀλλὰ θέλει νὰ καλοπερνάη, εἶναι ἐκτὸς πραγματικότητος. «Διήλθομεν διὰ πυρὸς καὶ ὕδατος, καὶ ἐξήγαγες ἡμᾶς εἰς ἀναψυχήν», λέει ὁ Ψαλμῳδός.
Βλέπεις, καὶ ἡ Παναγία μας πόνεσε καὶ οἱ Ἅγιοί μας πόνεσαν, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς πρέπει νὰ πονέσουμε, μιὰ ποὺ τὸν ἴδιο δρόμο ἀκολουθοῦμε.
Μὲ τὴν διαφορὰ ὅτι ἐμεῖς, ὅταν ἔχουμε λίγη ταλαιπωρία σ᾿ αὐτὴν τὴν ζωή, ξοφλοῦμε λογαριασμοὺς καὶ σωζόμαστε. Ἀλλὰ καὶ ὁ Χριστὸς μὲ πόνο ἦρθε στὴν γῆ. Κατέβηκε ἀπὸ τὸν Οὐρανό, σαρκώθηκε, ταλαιπωρήθηκε, σταυρώθηκε. Καὶ τώρα ὁ Χριστιανὸς τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Χριστοῦ ἔτσι τὴν καταλαβαίνει, μὲ τὸν πόνο.
Ὅταν ἐπισκέπτεται ὁ πόνος τὸν ἄνθρωπο, τότε τοῦ κάνει ἐπίσκεψη ὁ Χριστός. Ἐνῶ, ὅταν δὲν περνάη ὁ ἄνθρωπος καμμιὰ δοκιμασία, εἶναι σὰν μία ἐγκατάλειψη τοῦ Θεοῦ. Οὔτε ξοφλάει, οὔτε ἀποταμιεύει. Μιλάω βέβαια γιὰ ἕναν ὁ ὁποῖος δὲν θέλει τὴν κακοπάθεια γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Σοῦ λέει: «Ἔχω τὴν ὑγεία μου, ἔχω τὴν ὄρεξή μου, τρώω, περνάω μιὰ χαρά, ἥσυχα…», καὶ δὲν λέει ἕνα «δόξα Σοι ὁ Θεός». Τουλάχιστον, ἂν ἀναγνωρίζῃ ὅλες αὐτές τὶς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ, κάπως τακτοποιεῖται ἡ ὑπόθεση.
Διαβάστε περισσότερα: Μὲ τὸν πόνο μᾶς ἐπισκέπτεται ὁ Χριστὸς
Ὁ Χριστὸς μας, γιὰ νὰ συνετίσει τὴν Μάρθα καὶ διὰ τῆς Μάρθας καὶ ὅλους μας, γιὰ νὰ ὑπάρχει μέτρο στὴν μέριμνα τῶν βιοτικῶν, τῆς εἶπε: «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνᾶς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς ἐστι χρεία. Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴ μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ’ αὐτῆς» (Λουκ. ι΄ 41).
Αὐτὴ ἡ παραγγελία τοῦ Χριστοῦ μας ἰσχύει γιὰ ὅλους μας, ὥστε ἡ μέριμνα τῶν βιοτικῶν ἀναγκῶν, νὰ εἶναι «ἐν μέτρῳ», ὅσον χρειάζεται γιὰ τὴν ἐξυπηρέτησή μας. Τὸ δὲ «ἑνὸς ἐστι χρεία» κατὰ τὴν χριστιανικὴν διδασκαλίαν, εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔχει ἀξία, εἶναι ἡ μέριμνα πῶς νὰ ἀρέσουμε τοῦ Θεοῦ, ἡ μέριμνα γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ἀθάνατης ψυχῆς μας.
Ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν μέριμνα τῶν ἀναγκαίων, ποὺ εἶναι ἀναπόφευκτη, διότι εἶναι συγχρόνως τόσον πνευματικὸς, ὅσον καὶ ὑλικὸς. Τὸ σῶμα ἔχει ἀνάγκην τῆς τροφῆς, τοῦ ἐνδύματος κ.λπ. Ὅμως καὶ ἡ ψυχή μας ἡ ἀθάνατη ἔχει ἀνάγκην τῆς σωτηρίας, τοῦ «ἑνὸς ἐστι χρεία». Ἡ πρώτιστη, εἰ δυνατὸν καὶ ἡ ἀπόλυτη, ἡ ἀποκλειστικὴ μέριμνά μας πρέπει νὰ εἶναι πῶς νὰ καθαρίσουμε τὴν ψυχή μας, πῶς νὰ τὴν οἰκειώσουμε μετὰ τοῦ Θεοῦ, πῶς νὰ τὴν προσαρμόσουμε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, διότι γνωρίζουμε πολὺ καλὰ ὅτι ἐδῶ στὴν παροῦσα ζωή, εἴμεθα ξένοι, εἴμεθα παρεπίδημοι· ἁπλῶς φιλοξενούμεθα ἐπάνω στὴ γῆ, καὶ ὁ καθένας μας θὰ χαιρετίσει αὐτὴν τὴν φιλοξενία καὶ θὰ ἀπέλθει εἰς τὰ ἴδια. Καὶ τὰ ἴδια εἶναι ἡ ψυχὴ νὰ ἐπιστρέψει «ὅθεν ἐξῆλθεν». «Καὶ ἐνεφύσησεν -λέγει ἡ Γραφὴ- καὶ ἔγινεν ὁ Ἀδὰμ εἰς ψυχὴν ζῶσαν» (Γεν. β΄ 7). Ἡ ζῶσα ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ψυχὴ εἶναι τὸ δημιούργημα τοῦ Θεοῦ διὰ τοῦ ἐμφυσήματός Του, διὰ τῆς ἐνεργείας Του καὶ θὰ ἐπιστρέψει ἐκεῖ, «ὅθεν ἐξῆλθεν».
Ἀπολυτίκιον
Τῶν Ὀρθοδόξων προστάτην καὶ ἐν σώματι ἄγγελον, καὶ θαυματουργὸν θεοφόρον νεοφανέντα ἡμῖν, ἐπαινέσωμεν πιστοὶ θεῖον Γεράσιμον· ὅτι ἀξίως παρὰ Θεοῦ ἀπείληφεν, ἰαμάτων τὴν ἀέναον χάριν· ῥώννυσι τοὺς νοσοῦντας, δαιμονῶντας ἰᾶται· διὸ καὶ τοῖς τιμῶσιν αὐτόν, βρύει ἰάματα.
Ο Ναός μας πανηγυρίζει στις 20 Ὀκτωβρίου